Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ερ: Πέρασαν 15 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα που χειροτονηθήκατε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, κ.κ. Βαρθολομαίο και είστε ο Μητροπολίτης Κώου και Νισύρου. Ομολογώ πως δεν κατάλαβα πώς πέρασαν αυτά τα χρόνια… Αν σας ζητούσα, λοιπόν, να κάνετε έναν απολογισμό αυτής της δεκαπενταετούς δράσης, τι θα λέγατε;
Μ.Ν.: Ευχαριστώ καταρχάς που μου δίνεις αυτή τη δυνατότητα να επικοινωνώ με σένα και με τους ανθρώπους που διαβάζουν την εφημερίδα σου και με το λαό της Κω και της Νισύρου. Και πρέπει να πω ότι αυτό που λες είναι αληθές, ότι ούτε εγώ κατάλαβα ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια. Αισθάνομαι ότι ήρθα χτες. Αισθάνομαι ότι οι υποχρεώσεις μου δεν έχουν αρχίσει ακόμα να υλοποιούνται όσον αφορά την δυνατότητα τού να προσφέρω κάτι στον λαό της Κω και της Νισύρου. Και εσύ επειδή είσαι και φίλη καταλαβαίνεις πως το εννοώ και καταλαβαίνεις ότι οι ευθύνες τρέχουν, τα προβλήματα των ανθρώπων μεγαλώνουν, οι δυσκολίες και αυτές με τη χάρη του Θεού πολλαπλασιάζονται, και εμείς πρέπει να τρέχουμε πολύ - πολύ περισσότερο για να τις προλαβαίνουμε. Το σημαντικό είναι ότι θα πρέπει να ενεργοποιήσουμε τη δυνατότητα που έχουμε για το καλό όλοι. Καταλαβαίνεις ότι, η προσφορά σε έναν τόπο δεν είναι η υπόθεση ανθρώπων που ηγούνται έστω μιας κοινότητας όπως εγώ της Μητροπόλεως Κω και Νισύρου, κάποιος άλλος μια μιας άλλης κοινότητας αντίστοιχης ή πολιτικής ή κοινωνικής, αλλά το θέμα είναι ότι πρέπει να ενεργοποιήσουμε τις δυνάμεις μας όλοι και αυτό θα πρέπει να το μάθουμε στη συνέχεια να το ενεργοποιούμε με την έννοια του ότι, δεν πρέπει να επαναπαυτούμε καθόλου. Η επανάπαυση είναι ο χειρότερος εχθρός που έχουμε απέναντι στην πρόοδο και στην υποχρέωση για την πρόοδο των ανθρώπων. Εμένα βέβαια η ευθύνη μου όπως καταλαβαίνεις, είναι κυρίως πνευματική, διότι η ευθύνη του Μητροπολίτη είναι η σωτηρία των ψυχών των ανθρώπων, αλλά βεβαίως για να σωθεί ο άνθρωπος θα πρέπει να υπάρξει και ο άνθρωπος που σημαίνει ότι η εκκλησία μπαίνει στην θέση της δυνατότητας να προσφέρει στον άλλον για να μπορεί να ζήσει όμορφα και επομένως ασχολείται και με βιοτικά και με οποιαδήποτε κοινωνικά προβλήματα και ό,τι μπορεί να ακουμπήσει και ό,τι μπορεί να επιλύσει είτε σε συνεργασία και με τους υπόλοιπους φορείς και με τους ανθρώπους κυρίως.
Ερ: Είναι βαθύ κοινωνικό το θέμα και θέλω να το συζητήσουμε στη συνέχεια. Πριν όμως, ας μιλήσουμε για το συσσίτιο που ξεκινήσατε λίγο μετά την άφιξή σας στην Κω. Χρόνο με το χρόνο αυξάνονται οι άνθρωποι που ζητούν ένα πιάτο φαγητό!!! Είναι οξύμωρο από τη μια πλευρά ένας τόπος όπου ρέει το χρήμα, όπως λένε λόγω τουρισμού, και από την άλλη η ανημποριά ακόμα και για ένα πιάτο φαγητό.
Μ.Ν.: Αυτό που λες είναι αλήθεια, αλλά μπροστά μας έχουμε την πραγματικότητα. Πρέπει να σου ότι, όταν στην αρχή σκέφτηκα την υποχρέωση της εκκλησίας να προσφέρει ένα πιάτο φαγητό και είπα την ιδέα μου, με κορόιδευαν σχεδόν και οι στενοί μου συνεργάτες.
Μάλιστα, υπήρξαν άνθρωποι που μου λέγανε «που νομίζεις ότι ήρθες; Θα κάτσεις και θα μαγειρέψεις και νομίζεις ότι θα έρθει κάποιος να πάρει φαγητό;». Και είναι γεγονός ότι ξεκινήσαμε στην αρχή με 30 μερίδες φαγητό. Και μου είπαν, εκεί θα μείνεις και θα μειωθούν οι μερίδες. Λέω μακάρι, μακάρι γιατί εγώ θα έχω ήσυχη τη συνείδησή μου, αλλά αυτό δεν έγινε όπως καταλαβαίνεις, γιατί φτάνουμε ξεπερνάμε τις 500 μερίδες το χειμώνα και φτάνουμε και σε μεγαλύτερα ποσά και δεν κατεβαίνουμε κάτω από τις 300 το καλοκαίρι πού εννοείται ότι τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα. Και πρέπει να πούμε βεβαίως ότι, αυτός που έρχεται να πάρει ένα πιάτο φαγητό, το οποίο το δίνουμε αδιακρίτως και χωρίς ελέγχους, με την έννοια του ότι, θα πρέπει να εξασφαλίσουμε και το προσωπικό θέμα του ανθρώπου, ο οποίος δεν θα πρέπει να ντραπεί γι αυτό που κάνει και επίσης να εξασφαλίσουμε αυτό που έχουμε σαν εντολή από το Ευαγγέλιο, να μην ξέρει το αριστερό σου χέρι τι κάνει το δεξί σου. Δεν είμαστε εμείς ένα νομικίστικο σύστημα, είμαστε εκκλησία. Και νομίζω ότι αυτό εκφράζεται και από τους ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν στην εκκλησία και από τους ανθρώπους που βοηθούν. Είναι γεγονός ότι βέβαια έχουμε μια συμπαράσταση αρκετών ανθρώπων σε αυτό και επίσης από την εποχή του Καϊσερλη και μετά, ο Καίσερλης το καθιέρωσε, οι δήμαρχοι συμμετέχουν στην αγορά των τροφίμων και έτσι έχουμε μια δυνατότητα, αλλά δεν είναι μόνο αυτό, μόνο τα τρόφιμα, γιατί υπάρχει μια δυσκολία σε όλη αυτή τη δράση, την οποία αντιμετωπίζουμε με τη χάρη του Θεού, δεν έχουμε ιδιαίτερα προβλήματα. Δεν είναι όμως και εύκολο γιατί, είναι πολύ εύκολο να αντιμετωπίσεις κάποιον άνθρωπο ο οποίος είναι αυτάρκης, αλλά είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσεις έναν άνθρωπο ο οποίος βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Ερ: Θυμήθηκα εδώ, κάτι που είχε πει Ροζίτα Σώκου πριν πολλά πολλά χρόνια. Ότι, στέλνουμε βοήθεια στον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο και καλά κάνουμε, αλλά πολλές φορές ο Τρίτος Κόσμος, εννοώντας τη φτώχεια, την πενία, την εκμετάλλευση, είναι πλάι μας, είναι στη γειτονιά μας.
Μ.Ν.: Αυτό είναι πολύ σωστό. Πολλές φορές τον άνθρωπο που έχει πραγματική ανάγκη πρέπει να ψάξεις, να τον βρεις. Διότι ο Έλληνας έχει και αξιοπρέπεια. Είναι ιδιότυπος ο χαρακτήρας του Έλληνα, έχει φιλότιμο, έχει αξιοπρέπεια, δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται στα όρια μιας μεγάλης ανάγκης και λένε να μην το κάνω εγώ μήπως κάποιος άλλος το έχει περισσότερο ανάγκη. Ξέρεις πόσο συχνά το αντιμετωπίζω αυτό;
Δηλαδή, πρέπει και να τον πείσεις τον άλλον. Μπορεί να μείνει νηστικός στη σκέψη ότι θα φάει το φαγητό κάποιου άλλου και πρέπει να πιεστείς να του πεις ότι, έχει φαγητό για όλους, δεν θα μείνει κανείς νηστικός.
Ερ: Λέμε συχνά πυκνά ότι έχουμε πολλά ελαττώματα και αλήθεια είναι, αλλά έχουμε και προτερήματα. Από τη μια η χαρά μας για την αλληλεγγύη που μας χαρακτηρίζει, αλλά από την άλλη ο πόνος για τον πολλαπλασιασμό των ανθρώπων που χρήζουν τέτοιας ανάγκης.
Μ.Ν.: Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τα καταφέρουμε σαν κοινωνία αν δεν στηριχτούμε ο ένας στον άλλον και αν δεν ξεπεράσουμε τον εγωισμό μας, γιατί όλοι μας καλυπτόμαστε από ένα φάσμα εγωισμού πολλές φορές που δεν είναι ελληνικό στοιχείο, είναι στοιχείο που μας έχει έρθει απ’ έξω, ο Έλληνας δεν ήταν ποτέ εγωιστής, ήταν πάντα λάτρης της αλήθειας και της ελευθερίας. Γι αυτό και εξάλλου ξεκίνησε η δημοκρατία και είναι εγκατεστημένη εδώ και αυτό θα πρέπει να μην το ξεχνάμε ποτέ και να μην ξεχνάμε ποτέ τις παραδόσεις μας. Ήταν πάντα μέσα στην παράδοσή μας το να δώσεις αυτό που έχει ανάγκη ο άλλος, όχι αυτό που σου περισσεύει. Σε άλλες κοινωνίες το να δίνει κάποιος έχει σχέση με αυτό που του περισσεύει. Στην ελληνική κοινωνία δίνουμε αυτό που έχει ανάγκη ο άλλος. Πολλές φορές στερούνται οι άνθρωποι για να δώσουν στον άλλο.
Ερ: Είναι αυτό που λέμε, δίνω και τη μπουκιά μου.
Μ.Ν.: Αυτό είναι ακριβώς, όπως ακριβώς το λες, δηλαδή αυτό είναι που σώζει τα πράγματα και αυτό πρέπει να το μάθουμε και στα παιδιά μας, δηλαδή, να μην αφήνουμε τα πράγματα να φεύγουν. Μην νομίζουμε ότι μερικές αρχές που τις έχουμε από τους προγόνους μας ότι είναι παλιές και δεν θα πρέπει… Όχι, αυτές κράτησαν το γένος των Ελλήνων και όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας και στο εξωτερικό. Δηλαδή, έχουμε την αίσθηση όταν βλέπουμε ας πούμε τα μεγάλα κτίρια που έκαναν οι ευεργέτες του εξωτερικού ή τις δωρεές που μας έρχονται από το εξωτερικό, ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν ένα φοβερό πλεόνασμα. Όχι, έχουν υστέρημα. Και από το υστέρημά τους αυτό βγάζουν ακόμα κάτι να στείλουν στην πατρίδα τους. Πολύ σημαντικό αυτό, αυτό είναι το ζωογόνο
που έχει η ελληνική κοινωνία. Δεν θα πρέπει με κανέναν τρόπο να το απεμπολήσουμε. Πρέπει να το καλλιεργήσουμε και να συνεχιστεί αυτό.
Ερ: Παρόλο που τα 15 χρόνια, ανάλογα πώς το ερμηνεύουμε, είναι ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για έναν άνθρωπο, αλλά για κοινωνικές αλλαγές δεν είναι τόσο μεγάλο, θα κάνω την ερώτηση. Μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια παρατηρήσατε κάποιες κοινωνικές αλλαγές στο νησί μας;
Μ.Ν.: Πιστεύω ότι η επίθεση που δέχεται το νησί μας, γιατί ξέρετε, όλοι οι τόποι τώρα δέχονται μια επίθεση που έρχεται από πάνω, από ψηλά, μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μέσα από την πληροφορία που ρέει άφθονη και δεν είναι πάντα η σωστή πληροφορία και σε αυτό, δυστυχώς, δεν έχουμε αντιτάξει μια άμυνα και η άμυνα είναι η παράδοση και ο πολιτισμός του δικός μας. Πολλές φορές θεωρούμε ότι αυτό που έρχεται το καινούργιο, το ξένο, είναι καλύτερο από αυτό που έχουμε εμείς και αυτό είναι ένα μεγάλο λάθος. Αυτό είναι κάτι που με πικραίνει με την έννοια ότι, βλέπω ακόμα και σε σχολεία δράσεις που δεν έχουν σχέση με την παράδοσή μας. Ξενικά έθιμα. Ο κάθε λαός έχει τον πολιτισμό του, δεν είμαστε εναντίον κανενός λαού, αλλά ο κάθε λαός πρέπει να συνεχίσει την πορεία του και βλέπουμε πως υπάρχουν στον κόσμο λαοί οι οποίοι καταστράφηκαν. Ξέχασαν τελείως την παράδοσή τους.
Ερ: Λέτε ότι δεν έχουμε καταφέρει να συνδυάσουμε το νέο που έρχεται, που είναι ελπιδοφόρο, με το παλιό;
Μ.Ν.: Να μπει και να δεθεί με το παλιό με ένα αρμονικό τρόπο, χωρίς να το αιχμαλωτίσει.
Εσείς που έχετε τη δυνατότητα με τα μέσα και με τις εφημερίδες και με τα ραδιόφωνα και τα λοιπά, θα πρέπει αυτό να το έχετε σαν έργο. Ότι δεν είμαστε αυτοί οι οποίοι δεν έχουμε πολιτισμό και θέλουμε κάποιο πολιτισμό, δεν είμαστε αυτοί που δεν έχουμε γλώσσα και θέλουμε μια άλλη γλώσσα, αλλά είμαστε αυτοί οι οποίοι έχουμε, αλλά θέλουμε να προσθέσουμε και καινούργιες γνώσεις και καινούργιες γλώσσες, χωρίς να απεμπολήσουμε τίποτα δικό μας. Έχουμε την αίσθηση και ακόμα και στον τουρισμό ότι, ο τουρίστας έρχεται εδώ και πρέπει να του δώσουμε κάτι που να έχει σχέση με την πατρίδα του. Μα, είναι δυνατόν να έρχεται, για παράδειγμα, ένας Γάλλος για να φάει στην Κω γαλλική κουζίνα;
Ερ: Όντως έτσι είναι σε πολλές περιπτώσεις.
Μ.Ν.: Πρέπει να δώσεις λίγο από τον πολιτισμό σου. Δηλαδή, ο άλλος έρχεται εδώ και θέλει να δει κάτι από τον πολιτισμό σου για να ξαναέρθει ή να στείλει κάποιον και να πει, πάτε εκεί έχουν ένα πολιτισμό.
Ερ: Δεν λέμε πολλές φορές κοροϊδευτικά ότι, τον πολιτισμό μας τον έχουμε περιορίσει στο τζατζίκι και στον «μουζάκα»;
Μ.Ν.: Κι αν και αυτό είναι ακραιφνώς παραδοσιακό.
Ερ: Σωστή η παρατήρηση. Ας αλλάξουμε θέμα. Πληροφορήθηκα ότι είχατε σήμερα (Τρίτη, 12/3/2024) συνάντηση με τον κύριο Καϊσερλη.
Μ.Ν.: Ήρθε και με βρήκε ο κ. Καΐσερλης σήμερα στο γραφείο μου μετά από πολύ καιρό. Με τον Καΐσερλη είμαστε γνωστοί από τότε που εγώ ήμουνα παιδί κι εκείνος νέος πολιτικός, είμαστε φίλοι, είναι φίλος με τον γέροντά μου, ήταν πνευματικό παιδί του παππού του Ναθαναήλ, μεγάλωσε στην αγκαλιά του Ναθαναήλ, είναι από τα τις ομάδες εκείνες που ο Ναθαναήλ είχε γύρω του. Έχει μια βαθιά σχέση με την εκκλησία και με την πίστη, έχει σοβαρές, όπως γνωρίζετε, ανησυχίες και η εμπειρία είναι κάτι που πάντα το χρησιμοποιούσαμε στην κοινωνία μας. Δηλαδή, μαθαίνει πάντα κανείς ακούγοντας τον άλλον. Είχαμε μια όμορφη συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων. Μαθαίνουμε. Είναι πολύ όμορφο πράγμα να ακούς και να μαθαίνεις. Είναι πολύ ωραίο πράγμα επίσης να μοιράζεσαι τα όνειρά σου και τα προβλήματά σου και να πω, είναι πολύ όμορφο και να εξομολογείσαι τα λάθη σου. Εξάλλου, εμείς στη χριστιανική πίστη την εξομολόγηση την έχουμε πολύ συχνή και την έχουμε σαν βατήρα για να πατάμε πάνω στο λάθος και να συνεχίζουμε τη ζωή μας προς το καλύτερο. Οπότε, με την έννοια αυτή, ήταν μια πολύ σημαντική συνάντηση. Η εκκλησία έχει όλους παιδιά της. Δεν ξεχωρίζει κανέναν, αγαπά όλους ακόμα και αυτούς που την αρνούνται. Δηλαδή, δεν μπορώ εγώ την ώρα που προσεύχομαι να πω, α, αυτόν θα τον βγάλω από την προσευχή μου επειδή δεν είναι χριστιανός ή επειδή με αρνήθηκε ή επειδή με εναντιώθηκε. Θα τον βάλω πριν από μένα γιατί είναι το σκαλοπάτι να ανέβει η δική μου προσευχή.
Ερ: Άρα έχετε και εσείς στην αγωνία για το πού πάει η κοινωνία μας, πού πάει το νησί;
Μ.Ν.: Αυτό είναι υποχρέωση, αλλά μην το βάλουμε έτσι. Δηλαδή, μπορεί να έχω την αγωνία, αλλά η αγωνία δεν είναι μόνη της, έχει στήριγμα την ελπίδα. Ελπίζω ότι ακόμα και τα λάθη γίνονται για να έχουμε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε κάτι καλύτερο. Να μην παραδώσουμε τα όπλα.
Ερ: Η παραδοχή των λαθών είναι δύναμη, δεν είναι αδυναμία.
Μ.Ν.: Θα σου πω κάτι κι αν θέλεις το γράφεις. Πήγε ένας μοναχός στο σπίτι ενός πλουσίου για να του ζητήσει ελεημοσύνη για τα ορφανά και τους φτωχούς. Ο πλούσιος ήταν φημισμένος για την έλλειψη δυνατότητας να δίνει, δεν βγήκε στην πόρτα, έστειλε τον υπηρέτη και του είπε «φύγε» και ο μοναχός είπε, «όχι, δεν θα φύγω, να βγει το αφεντικό σου να μου το πει. Τέλος πάντων, έμενε εκεί, έμενε, φώναζε και αναγκάστηκε ο κόσμος να βγει στην πόρτα. Κατεβαίνει λοιπόν τα δύο - τρία σκαλιά της πόρτας του και πάει μπροστά στον μοναχό. «Τι θες;» του λέει και ο μοναχός του απαντάει, «ήρθα να μου δώσεις ελεημοσύνη για τους φτωχούς και τα ορφανά». Οπότε, γυρίζει το χέρι του ο πλούσιος και του δίνει ένα δυνατό σκαμπίλι. «Πάρτο, αυτό είναι» του λέει. Γυρίζει ο μοναχός και λέει στον πλούσιο, «αυτό ήταν για μένα, τώρα δώσε κάτι για τους φτωχούς και τα ορφανά».
Αυτή είναι η δυνατότητα. Εμείς στον χριστιανισμό δεν έχουμε καμία δυνατότητα να αποκλείσουμε κανέναν. Και μπορεί, ας πούμε, να υπάρχουν και χριστιανοί ακόμα που μας κατηγορούν. Εμένα πολλές φορές με κατηγορούν. Γιατί μιλάς με εκείνον, γιατί ακούς εκείνον, γιατί είπες αυτό, γιατί έκανες εκείνο… Είμαστε σταθεροί σε αυτό που πιστεύει η εκκλησία και δεν παρεκκλίνουμε από τους κανόνες, αλλά όμως έχουμε τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουμε τον κάθε άνθρωπο και το πρόβλημά του χωριστά.
Ερ: Θα μου επιτρέψετε να πω κάτι εδώ. Δεν μιλάω για την καθημερινότητα ή για τις Κυριακές ή για άλλες ημέρες που ο οποιοσδήποτε μπορεί να έρθει στην εκκλησία. Μιλάω για γιορτές, για πανηγύρια. Αν, λοιπόν, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που έρχονται στην εκκλησία με αφορμή κάποια γιορτή, κάποια επέτειο, κ.λ.π., ήταν πραγματικά χριστιανοί με την έννοια που τη λέτε και την έννοια που την εννοώ και εγώ ότι, ο έχων δυο χιτώνες να δίνει τον έναν, δεν θα υπήρχαν φτωχοί, δεν θα υπήρχε δυστυχία. Άρα, όπως λέτε, υπάρχει πολύ υποκρισία.
Μ.Ν.: Θα πρέπει να φτάσουμε στο σημείο που θα μπορούμε να κάνουμε καλύτερα τα πράγματα για να μικρύνουμε αυτή την υποκρισία γιατί χωρίς αγώνα δεν γίνεται τίποτα.
Ερ: Ακριβώς έτσι. Όλα κερδίζονται με αγώνες, τίποτα δεν μας χαρίζεται. Πριν πάμε στον επίλογο, θέλω να πούμε δύο λόγια και για το συγγραφικό σας έργο. Σας γνώρισα πριν από πολλά - πολλά χρόνια, όταν είχατε για μια επίσκεψη από την Κάρπαθο. Και θυμάμαι μου είχατε φέρει ένα πακετάκι με ποιήματα και μου είχατε πει ότι καθόσασταν σε κάποιους βράχους στην Κάρπαθο και τα γράφατε αγναντεύοντας το πέλαγος. Έχετε γράψει και βιβλία. Πείτε μου, συνεχίζετε να γράφετε;
Μ.Ν.: Έχω δυο τρία βιβλιαράκια με ποιήματα που έχω γράψει στην Κάρπαθο. Υπάρχει και μια συλλογή που εκδόθηκε εδώ στην Κω, η οποία δεν έχει κυκλοφορήσει.
Την τύπωσε ένας φίλος και μετά από διάφορα γεγονότα και επιθέσεις, λέω άστο, δεν χρειάζεται να βγάλουμε ποιήματα έξω. Αλλά δεν σταματάει αυτό, συνεχίζεται. Δηλαδή όταν κάποια στιγμή γράφει κάποιος, γράφει συνεχώς. Κυρίως είναι τα άρθρα που γράφονται στα περιοδικά, αυτά που αφορούσαν την Κάρπαθο στην Κάρπαθο, αυτά που αφορούν την Κω και τη Νίσυρο, εδώ, το κυρίως βιβλίο είναι αυτό για την Αγία Μελό που είναι και η εργασία μου στο πανεπιστήμιο, η μεταπτυχιακή εργασία μου, με το οποίο πήρα τον τίτλο του Λαογράφου επίσημα, γιατί το έργο αυτό είναι ενταγμένο στο πανεπιστήμιο, στην φιλοσοφική Σχολή, στο τμήμα Λαογραφίας του ΕΚΠΑ, δεν είναι στη Θεολογική Σχολή που έχει τελειώσει. Και επίσης υπάρχει κι ένα άλλο βιβλίο που είναι για τον Αρσένιο Σκηνούριο, το οποίο είναι και αυτό έκδοση της Μητρόπολης.
Ερ: Ποιος ήταν ο Αρσένιος Σκηνούριος;
Μ.Ν.: Ο Αρσένιος Σκηνούριος ήταν ένας Κώος μοναχός πάμπλουτος ο οποίος φιλοξένησε τον όσιο Χριστόδουλο, του παρέδωσε την περιουσία του και έτσι έχτισε ο όσιος Χριστόδουλος την Παναγία των Καστοριανών στο παλιό Πυλί και μετά έφυγε, αντάλλαξε την περιουσία που είχε, την έδωσε στον αυτοκράτορα και ο αυτοκράτορας του έδωσε την ιερά νήσο Πάτμο. Πήγε εκεί, αφήνοντας μια μικρή αδελφότητα εδώ. Η Πάτμος έχει αποκτηθεί από τη δωρεά που έκανε ο όσιος Χριστόδουλος των κτημάτων του Αρσένιου Σκηνούριου. Αν δεν υπήρχε, δηλαδή, ο Κώος μοναχός, δεν θα υπήρχε η Πάτμος με τη μορφή που την ξέρουμε σήμερα, η Μονή. Αυτά δεν τα ξέρουνε οι πατριώτες μας και δεν θα τα ήξερα κι εγώ απολύτως καλά αν δεν με έστελνε ο Πατριάρχης πίσω. Είναι μια δυνατότητα αυτή για τη γνώση της ιστορίας, την οποία δεν μαθαίνουμε εμείς. Μπορώ να πω για τον εαυτό μου ότι, ελάχιστα ξέρω από μία βαθιά ιστορία της Κω. Δεν αναλίσκομαι
μόνο στα εκκλησιαστικά. Για παράδειγμα, λέω πολύ συχνά, είναι δυνατόν να υπάρχει πηγή του Ιπποκράτη στο κεντρί στο κέντρο της πόλης και να είναι τσιμεντωμένη και να είναι περικυκλωμένη από τραπεζοκαθίσματα και να μην υπάρχει ούτε μια ταμπέλα που να λέει, εδώ είναι η πηγή του Ιπποκράτη; Και να μιλάμε για ιπποκρατική Κω; Αυτό δεν είναι λίγο παραμύθι;
Ερ: Δεν θα διαφωνήσω καθόλου. Πόσες φορές δεν λέμε με πίκρα ότι, τον Ιπποκράτη τον έχουμε κάνει ταμπελίτσες, φέιγ βολάν, μπλουζάκια…
Μ.Ν.: Είναι μια απαξίωση του έργου, του ίδιου, δηλαδή είναι η πηγή του Ιπποκράτη.
Και φαντάσου ότι με τον Ανδρέα Χατζημιχάλη ψάχναμε για να την βρούμε τρία χρόνια όταν γραφόταν η ιστορία της Μητροπόλεως και την βρήκε τελικά ο Αντρέας.
Άννα, η ζωή μας είναι όμορφη, το τόπος μας είναι πανέμορφος. Ο φίλος μου ο Σταματιάδης λέει, ζούμε στον ωραιότερο τόπο. Ναι, αλλά αυτός ο τόπος πρέπει να αναδειχθεί, πρέπει να το γνωρίσουμε εμείς οι ίδιοι πρώτα.
Ερ: Φαντάζομαι ότι αυτές τις απόψεις τις αναλύσατε και στον κύριο Καΐσερλη.
Μ.Ν.: Αυτές τις απόψεις αναλύω παντού, πάντοτε, και οι περισσότεροι μου λένε, όλο γκρινιάζεις. Δεν γκρινιάζω για μένα, ούτε για τη γυναίκα μου, ούτε τα παιδιά μου. Γκρινιάζω για όλη μου την οικογένεια που είναι η Κως και η Νίσυρος.
Εγώ δεν έχω κάνει προσωπική οικογένεια. Η οικογένειά μου είναι όλο το νησί της Κω και το νησί της Νισύρου. Αυτό δεν μπορούν να κατανοήσουν οι άνθρωποι. Ούτε παλεύω για να αφήσω κάτι πίσω μου όσον αφορά υλικά στοιχεία. Παλεύω για να μπορούμε να αγαπήσουμε τον τόπο μας και να τον αναδείξουμε και να τον παραδώσουμε στα παιδιά μας. Τι θα παραδώσουμε αν δεν ξέρουμε; Τι θα παραδώσουμε αν δεν αγαπάμε; Αυτή είναι μια βαθύτατη υποχρέωση.
Ερ: Και δεν αφορά μόνο στον Μητροπολίτη, δεν αφορά μόνο στην εκκλησία, αφορά στον καθένα από μας, να βλέπουμε πραγματικά τον τόπο μας, να τον αγαπήσουμε. Αν τον αγαπούσαμε πραγματικά, συμφωνώ απολύτως με αυτά που λέτε, ο τόπος μας θα είχε ανθίσει και εμείς θα ήμασταν διαφορετικοί. Καταλήγοντας, να θυμίσουμε ότι είστε και συνάδελφος δημοσιογράφος, έστω και αν το έχετε ξεχάσει.
Μ.Ν.: Είναι η πρώτη μου αγάπη η δημοσιογραφία και παρέμεινε αγάπη διότι, καινούργια αγάπη γίνεται και παλιά δε λησμονιέται… Αλλά απλώς είναι το ιδεατό και το γνωρίζεις και καταλαβαίνεις τι θέλω να πω. Να γράφεις αυτό που θες χωρίς να σε πιέσει κάποιος άλλος, έστω κι αν κάνεις λάθος. Διότι, ένας σωστός δημοσιογράφος όταν κάνει λάθος, ζητάει συγγνώμη και το επανορθώνει πάλι γράφοντας.
Ερ: Συμφωνώ απολύτως, μόνο που θα προσθέσω το «χωρίς φόβο, αλλά με πάθος». Εντελώς δημοσιογραφικά τώρα, ο επίλογος δικός σας.
Μ.Ν.: Χαίρομαι πάρα πολύ που είμαι εδώ. Αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να προσφέρω αυτό που πραγματικά θέλω, αλλά δεν θα εγκαταλείψω τον αγώνα να προσπαθώ, γιατί τελικά αυτό που θα πρέπει να γίνει δεν είναι κάτι που θα γίνει μόνο από μένα και θα γίνει όμορφα αν προσπαθήσουμε όλοι μαζί.
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΤΑΘΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ