Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Τουρκία, αντίθετα προς την Ελλάδα που επλήρωνε βαρύτατο φόρο αίματος στο πλευρό των «Συμμάχων», έμεινε, ως γνωστόν, «ουδέτερη», προκειμένου να μπορεί να παίζει επιδέξια την πάγια παζαρευτική πολιτική της, όπως ακριβώς κάνει και σήμερα ο πρόεδρος Ερντογάν. Για παράδειγμα, προκειμένου να βγει τότε στον πόλεμο, ήθελε να εξασφαλίσει από τους Άγγλους ισχυρά ανταλλάγματα, όπως ήταν η κατάληψη της Ιταλοκρατούμενης Δωδεκανήσου. (Ας σημειωθεί εδώ ότι το 1923 η κυβέρνηση Ατατούρκ είχε παραιτηθεί των διεκδικήσεών της στα Δωδεκάνησα υπέρ των Ιταλών, με αντάλλαγμα την υποστήριξη της Ιταλίας στο Συνέδριο της Λωζάννης για την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον συγκροτημένο εκεί Ελληνικό στρατό!). Έτσι η πανίσχυρη Βρετανία, προκειμένου να «τραβήξει» την Τουρκία με το μέρος της, όπως ακριβώς κάνει σήμερα ο Αμερικανός πρόεδρος κ. Μπάϊντεν με τον κ. Ερντογάν, υπεχώρησε το 1942 στην έντονη αντίδραση της «ουδέτερης!» Τουρκίας στο ενδεχόμενο να ενωθεί μεταπολεμικά η (κατά 80% Ελληνοκατοικούμενη από αρχαιοτάτων χρόνων) Κύπρος με την Ελλάδα! Και όχι μόνο δεν έγινε η Ένωση, αλλά η Τουρκία με τη μεθοδικότητά της (συνεργούντος βέβαια του Αμερικανικού δόλου και της ημετέρας προδοσίας) κατέλαβε την ημίσειαν σχεδόν Κύπρο. Και έπεται η συνέχεια. Τι έγραφε η Συνθήκη της Λωζάννης για τα Ελληνικά νησιά Ίμβρο και Τένεδο; Με την μέθοδο της τρομοκρατίας και της εγκληματικότητας εκτουρκίσθηκαν θαυμάσια. Άραγε με κλάδους ελαίας ή με απαιτήσεις ήλθε προσφάτως ο κ. Ερντογάν στην χώρα μας; Και μετά τις ηχηρότατες πρόσφατες δηλώσεις του στην Σμύρνη «εδώ πετάξαμε τον εχθρό στην θάλασσα» και «δεν τελειώσαμε ακόμα» για πιά φιλική γειτνίαση μιλούμε; Και γεννάται το ερώτημα: Αν οι διεθνείς οργανισμοί που αυτοπροσδιορίζονται ως «εφέστιοι» Θεοί, προστάτες και φύλακες της ειρηνικής συνύπαρξης των ΛΑΩΝ δεν μπορούν να φρενάρουν την διαρκή συνοριακή επεκτατικότητα αφ’ ενός και αφ’ ετέρου τον εθνικιστικό φανατισμό των πολιτών της γείτονος χώρας, τότε προς τι υφίστανται;
Πηγή: Καθημερινή 24/2/2024