Διόλου ευχάριστα τα «νέα» για την παραγωγή ελαιολάδου όχι μόνο στην Κω, αλλά σε όλη τη χώρα. «Η σεζόν που τελείωσε, δηλαδή το 2022 – 2023, από άποψη παραγωγής ήταν μία από τις καλύτερες χρονιές όχι μόνο για την Κω, πανελλαδικά. Αυτή που περιμένουμε, δηλαδή, 2023 – 2024, θα είναι μια από τις χειρότερες» δηλώνει στον «Σ» ο συνιδιοκτήτης του «Κωακού Ελαιώνα» Γιάννης Παπαδημητρίου, εκτιμώντας πως και η ποιότητά του δεν θα είναι εξαιρετική. Μας μιλά για τις αιτίες της ιδιαίτερα χαμηλής παραγωγής, για την αύξηση της τιμής και ποιος την επωμίζεται, για την ανάγκη συγκράτησης του νερού, καθώς και για την πορεία της συνεργασίας τυποποιητών με τον Αγροτικό Σύλλογο και το Kos Locally Grown, μια έξυπνη ιδέα και μια πρωτοπόρα προσπάθεια η οποία ξεκίνησε από μαθητές και την υποστηρίζει ο καθηγητής Γιώργος Ιωσηφίδης, η οποία θα βοηθήσει στην ανάδειξη των προϊόντων του νησιού και της γαστρονομίας του.
«Μακάρι να κάνουμε το νησί μας γνωστό στον έξω κόσμο όχι μόνο για τον Ιπποκράτη, για τις ωραίες παραλίες και τα τοπία, αλλά για να μπει στον παραγωγικό χάρτη της χώρας για τα ποιοτικά προϊόντα που παράγουμε, όχι μόνο τα τυποποιημένα» καταλήγει ο κ. Παπαδημητρίου.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ερ: Κύριε Παπαδημητρίου, εύλογο θαρρώ το πρώτο ερώτημα. Πώς πήγε η φετινή χρονιά;
Γ.Π.: Η σεζόν που τελείωσε, δηλαδή το 2022 – 2023, από άποψη παραγωγής ήταν μία από τις καλύτερες χρονιές όχι μόνο για την Κω, πανελλαδικά. Αυτή που περιμένουμε, δηλαδή, 2023 – 2024, θα είναι μια από τις χειρότερες.
Ερ: Αυτό έρχεται και «δένει» με την εκτίμηση του προέδρου του Αγροτικού Συλλόγου Κω Ηλία Παπαποστόλου, ότι, η παραγωγή ελαιολάδου θα είναι περίπου το 30% της περσινής, δηλαδή, κατά 70% μειωμένη.
Γ.Π.: Ναι, ισχύει αυτό.
Ερ: Δηλαδή, πόσοι τόνοι εκτιμάτε ότι θα παραχθούν στο νησί μας;
Γ.Π.: Αν όλα πάνε καλά, θα κάνουμε 250 - 300 τόνους. Δεν θα υπάρχει μεγάλη ποσότητα λαδιού προς πώληση. Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει σε όλη την Ελλάδα και γι αυτό έχει εκτοξευτεί και η τιμή τόσο πολύ.
Ερ: Πού οφείλεται η μειωμένη παραγωγή;
Γ.Π.: Δυο παράγοντες έχουν συντελέσει σε αυτό. Ο ένας είναι το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας, δηλαδή, τη μια χρονιά παράγουν και την άλλη δεν παράγουν μεγάλη ποσότητα και αυτό δεν αφορά μόνο στις ελιές αλλά και σε κάποια άλλα καρποφόρα δέντρα και ο δεύτερος είναι οι καιρικές συνθήκες. Είχαμε πολύ ζεστό χειμώνα μέχρι και αρχές Ιανουαρίου, μετά πολύ μεγάλη παγωνιά, έντονες εναλλαγές θερμοκρασίας, όχι τεράστιες ποσότητες βροχοπτώσεων την περίοδο που έπρεπε, την περίοδο άνοιξη – καλοκαίρι είχαμε πολύ υψηλές θερμοκρασίες και μειωμένες βροχοπτώσεις και όλα αυτά συντελούν. Οι ελιές θέλουν συγκεκριμένες καιρικές συνθήκες για να έχουν βέλτιστη παραγωγή.
Ερ: Για να κατανοήσουμε τις ποσότητες ελαιολάδου, πείτε μου ποια ήταν η παραγωγή τα τελευταία δύο χρόνια;
Γ.Π.: Πρόπερσι, η παραγωγή ήταν περίπου 500 τόνοι. Η περσινή ήταν 1.200 – 1.300 τόνοι. Υπήρξε υπερπαραγωγή γιατί ήταν πολύ καλές οι καιρικές συνθήκες. Δηλαδή, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2022 είχαμε βροχοπτώσεις και θερμοκρασίες από 6 έως 9 βαθμούς κελσίου. Τον Δεκέμβριο του 2022 οι θερμοκρασίες ήταν υψηλές με αποτέλεσμα τα δέντρα ξεκίνησαν να ανθίζουν πολύ νωρίς. Μετά είχαμε χιονιάδες με αποτέλεσμα να καούν οι ανθοί, οι νέοι βλαστοί.
Ερ: Είπατε πριν για την εκτόξευση της τιμής του ελαιολάδου και είναι γεγονός. Μάλιστα, διαβάσαμε ότι, κάποια σούπερ μάρκετ έχουν βάλει αντικλεπτικά…
Γ.Π.: Αυτό ισχύει ήδη στην Ισπανία και στην Ιταλία. Αν αυτή τη στιγμή στην υπόλοιπη Ελλάδα τα τυποποιητήρια αγοράζουν από τα ελαιοτριβεία γύρω στα 8-9 ευρώ το κιλό το λάδι, εάν βάλετε και τα έξοδα μεταφοράς, τα έξοδα τυποποίησης (συσκευασία, καπάκι, ετικέτα, χαρτοκιβώτια) και τα εργατικά, το σούπερ μάρκετ θα το αγοράσει γύρω στα 12 ευρώ. Βάλτε και το κέρδος των σούπερ μάρκετ και τον ΦΠΑ, θα πωλείται στο ράφι από 15 μέχρι 18 ευρώ το κιλό.
Ερ: Άρα, κύριε Παπαδημητρίου, το σλόγκαν «θα πούμε το ψωμί ψωμάκι» αλλάζει σε «θα πούμε το λάδι λαδάκι»…
Γ.Π.: Δυστυχώς.
Ερ: Ας έρθουμε και στην εξαγωγή ελαιολάδου. Πώς θα πάνε εκεί τα πράγματα;
Γ.Π.: Να σας πω τι έχει συμβεί με την Ελλάδα. Η Ελλάδα έκανε μια πολύ καλή παραγωγή το ’22-’23. Ήταν απ’ τις λίγες χώρες που αυξήθηκε η παραγωγή σε σχέση με τον μέσο όρο παραγωγής των προηγούμενων χρόνων. Απλά, επειδή στην Ιταλία και στην Ισπανία δεν υπήρχαν ελαιόλαδα, είχε πέσει η παραγωγή τους στο 50%, ήρθαν στην Ελλάδα τον Νοέμβριο και αγοράζανε το λάδι όσο – όσο. Δεν μετρούσαν ούτε τιμές, ούτε ποιότητες, ούτε τίποτα. Οι χονδρέμποροι στην Ελλάδα, άρχισαν να «ξυπνάνε» τον Δεκέμβριο, γιατί μέχρι τότε δεν ξέρανε ότι σε Ισπανία και Ιταλία δεν είχε μεγάλη παραγωγή. Άρχισαν, λοιπόν, να πουλάνε το λάδι όλο και πιο ακριβά και έτσι έχει φτάσει σε αυτή την τιμή. Από μια πλευρά δικαιολογώ τον παραγωγό, γιατί τόσα χρόνια δεν πληρωνόταν όπως έπρεπε. Όταν ξαφνικά είδε ότι έρχεται κάποιος και από εκεί που του έδινε 3 ευρώ του δίνει 5 ευρώ και το παίρνει όλο, γλυκάθηκε, οπότε αδειάσανε οι δεξαμενές. Μέχρι την περίοδο του Απριλίου ήταν όλοι ευχαριστημένοι γιατί πρώτη φορά στη ζωή τους είχαν δει τόσα πολλά λεφτά. Μετά όμως που άρχισε να ανεβαίνει η τιμή καταλάβανε στην Ελλάδα τι είχε συμβεί. Ήρθαν από το εξωτερικό και αδειάσανε όλες τις δεξαμενές και δεν υπήρχαν μεγάλες ποσότητες για την ελληνική αγορά με αποτέλεσμα πλέον και οι μεγάλες εταιρείες να αγοράζουν ακριβά.
Ξέρω ότι υπάρχουν παραγωγοί στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη που τους δίνουν 8 ευρώ για να αγοράσουν το λάδι και δεν το δίνουν. Περιμένουν γιατί θα ανέβει κι άλλο η τιμή και θα πάει 9 ευρώ ίσως και στα 10 ευρώ.
Ερ: Υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης των συνθηκών για την παραγωγή ελαιολάδου;
Γ.Π.: Όχι. Δυστυχώς, πρέπει να έχουμε την κατάλληλη περίοδο καλές καιρικές συνθήκες. Την περίοδο που αρχίζει να βγαίνει ο νέος βλαστός, από μέσα Ιανουαρίου και Φεβρουάριο, θέλουμε θερμοκρασίες από 6 έως 10-11 βαθμούς κελσίου και να έχει βροχοπτώσεις για να μπορέσει να τραφεί το δέντρο και οι νέοι βλαστοί να είναι και καρποφόροι. Γενικά, όσο πιο μεγαλόκαρπη είναι η ελιά θέλει περισσότερο τέτοιες συνθήκες. Γι αυτό έχουμε χάσει την παραγωγή των ντόπιων ογκοελιών τα τελευταία χρόνια.
Ερ: Άρα, η μόνη βοήθεια, ας το πω έτσι, που μπορούμε να δώσουμε στις ελιές, είναι το πότισμα, αλλά νερά πλέον δεν υπάρχουν.
Γ.Π.: Κι εκεί είναι λίγο δύσκολο, γιατί είτε είναι πολύ λίγες οι βροχοπτώσεις, είτε είναι τόσο έντονες ορισμένες φορές που το νερό δεν προλαβαίνει να απορροφηθεί από το έδαφος. Καταλήγει σε χειμάρρους που πέφτουν στη θάλασσα.
Ερ: Οπότε, πάμε σε ένα παλιό αίτημα του πρωτογενή τομέα που έχει να κάνει με τη διαχείριση του νερού, με μικροφράγματα…
Γ.Π.: Τα αναχώματα όπως κάνανε παλιά οι Ιταλοί, ενδεχομένως περισσότερες λίμνες για να μένει το νερό και να δίνεται χρόνος στο έδαφος να το απορροφήσει.
Ερ: Αυτές οι καιρικές συνθήκες, πέρα από τον επηρεασμό της παραγωγής, επηρεάζουν και την ποιότητα του ελαιολάδου;
Γ.Π.: Επηρεάζεται και η ποιότητα εμμέσως, γιατί εάν ο παραγωγός δεν έχει μεγάλη παραγωγή δεν θα μπει στη διαδικασία να ξοδέψει πολλά χρήματα για να βάλει π.χ. παγίδες ή για να χρησιμοποιήσει ενδεδειγμένα φυτοφάρμακα την κατάλληλη χρονική περίοδο για να καταπολεμήσει τους εχθρούς της ελιάς.
Ερ: Το ελαιόλαδο που θα παραχθεί φέτος, ποια ποιότητα θα έχει;
Γ.Π.: Αυτό θα το δούμε μόνο τη στιγμή που θα βγει το λάδι. Τότε γίνεται η δειγματοληψία. Τώρα μπορούμε να εικάσουμε, μπορούμε να υπολογίσουμε περίπου αν θα είναι πολύ καλή ποιότητα ή μια μέτρια.
Ερ: Εσείς τι εικάζετε για φέτος;
Γ.Π.: Μια όχι εξαιρετικά καλή ποιότητα. Ελπίζουμε να είναι μια καλή ποιότητα, γιατί η πολύ υγρασία και η ηλιοφάνεια δημιουργούν τις βέλτιστες συνθήκες για να ευδοκιμήσουν τα έντομα.
Ερ: Μου είχατε πει πέρσι ότι, υπήρχε η σκέψη να γίνουν μια δυο ενημερωτικές ημερίδες στην Κω και τα ελαιοτριβεία θα μπορούσαν να βοηθήσουν φτιάχνοντας ένα σχετικό φυλλάδιο σε συνεργασία με την περιφέρεια. Έχει προχωρήσει αυτή η υπόθεση;
Γ.Π.: Δεν έχει προχωρήσει δυστυχώς. Ήταν η σεζόν τόσο πολύ κουραστική για όλους, οπότε δεν υπήρχε και ο χρόνος. Είναι σαν σκέψη και κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνει, ειδικά τώρα που έχει συσταθεί μια μη κερδοσκοπική εταιρία, το Kos Locally Grown, που συμμετέχουν όλοι οι παραγωγοί. Ενδεχομένως μια σκέψη θα ήταν να γίνει και μέσω αυτού.
Ερ: Κύριε Παπαδημητρίου, να κλείσουμε τη συνέντευξή μας με το θέμα της σύστασης του καινούργιου καταστατικού σε συνεργασία των τυποποιητών με τον Αγροτικό Σύλλογο. Ποιο είναι το σχόλιό σας;
Γ.Π.: Είναι μια πολύ καλή προσπάθεια, έξυπνη ιδέα απ’ τις λίγες που έχουμε στην Ελλάδα. Είναι πρωτοπόρα προσπάθεια και ξεκίνησε από την ιδέα κάποιων παιδιών Λυκείου που ήταν στο πρόγραμμα Erasmus και τώρα έχει αναλάβει ο καθηγητής Γιώργος Ιωσηφίδης και το προωθεί αφιλοκερδώς ο άνθρωπος προς τιμήν του. Τον ενδιαφέρει όλο αυτό και έχει ασχοληθεί πολύ και αυτός μας πήρε ουσιαστικά από το χέρι και μας έχει παρακινήσει όλες τις επιχειρήσεις. Ήρθε σε επαφή με όλους και σε συνεννόηση με τον Αγροτικό Σύλλογο και τον πρόεδρο του Ηλία Παπαποστόλου, πρωτεργάτες είναι αυτοί οι δύο, νομίζω ότι θα πάει καλά.
Ερ: Αυτή η ομολογουμένως πρωτοπόρα προσπάθεια, πού θα βοηθήσει;
Γ.Π.: Ουσιαστικά θα βοηθήσει στην ανάδειξη των προϊόντων του νησιού και της γαστρονομίας του. Η Κως είναι γνωστή για τον Ιπποκράτη, και καλώς, αυτή είναι η ιστορία της. Αλλά ο κόσμος που επισκέπτεται το νησί καλό είναι να μάθει ότι δεν είναι μόνο ο Ιπποκράτης, ότι υπάρχουν προϊόντα πολύ ποιοτικά και καλό είναι να τα γνωρίσει. Ήδη, απ’ ότι βλέπουμε κι εμείς από τον χώρο μας που είναι επισκέψιμος και πιάνουμε συζήτηση με αρκετούς επισκέπτες, μας ρωτάνε από μόνοι τους τι παράγει το νησί γιατί δεν το γνωρίζουν, μας ρωτούν πώς μπορούν να έρθουν σε επαφή με τοπικούς παραγωγούς για να δοκιμάσουν τα προϊόντα τους. Ουσιαστικά, η προσπάθεια σε αυτό θα βοηθήσει. Μακάρι να κάνουμε το νησί μας γνωστό στον έξω κόσμο όχι μόνο για τον Ιπποκράτη, για τις ωραίες παραλίες και τα τοπία, αλλά για να μπει στον παραγωγικό χάρτη της χώρας για τα ποιοτικά προϊόντα που παράγουμε, όχι μόνο τα τυποποιημένα.
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΤΑΘΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ