Παρά το «μπόνους» των 50 εδρών που ο εκλογικός νόμος δωρίζει στο πρώτο κόμμα, ο λαός αρνήθηκε σε τρεις αλλεπάλληλες εθνικές εκλογές να δώσει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Η χώρα σε κάθε εκλογική αναμέτρηση έφτανε στα όρια τη χρεοκοπίας και, ευτυχώς, διασωζόταν την τελευταία στιγμή. Τα κόμματα που ισχυρίζονται ότι πιστεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην πράξη αδυνατούσαν να συμφωνήσουν σε ενιαίο ευρωπαϊκό πρόγραμμα. Έτσι, εκείνα που παρέμεναν στην αντιπολίτευση αναγκάζονταν να πλειοδοτούν σε υποσχέσεις προκειμένου να προσελκύσουν τους ατυχείς ψηφοφόρους που ονειρεύονται καλύτερες μέρες πιστεύοντας σε χίμαιρες.
Αυτό, δυστυχώς, είναι το σημερινό δράμα της χώρας. Όμως η πραγματικότητα, όσο πικρή και αν είναι, είναι δεδομένη. Όποιος δανείζει, είτε πρόκειται για άτομο είτε για κράτος, ενδιαφέρεται πρώτιστα να πάρει πίσω τα λεφτά του για αυτό και επιβάλλει τους όρους του. Οι προϋποθέσεις του δανεισμού, είτε ονομάζονται «μνημόνια» είτε «όροι» είτε με οποιοδήποτε ανάλογο όνομα, είναι πάντα οι ίδιες. Ακόμα και αυτό το αυτονόητο δεν είναι από όλους αποδεκτό.
Σε τέσσερις μήνες από σήμερα η χώρα θα βρεθεί και πάλι ενώπιον αδιεξόδου. Θα κληθεί να πληρώσει 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ για ληξιπρόθεσμα ομόλογα. Θα είναι, δηλαδή, υποχρεωμένη αν δεν έχει δικά της λεφτά να καταφύγει στις αγορές και εάν εκείνες δεν την δανείσουν θα αναγκαστεί και πάλι να καταφύγει στους περίφημους «θεσμούς» που δεν ονομάζονται πια «Τρόικα» για να εισπράξει ένα νέο μνημόνιο που όμως δε θα λέγεται «μνημόνιο».
Αυτή, δυστυχώς, είναι η τραγική αλήθεια. Χωρίς επενδύσεις από ιδιωτικά κεφάλαια ή από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, δεν υπάρχει ανάπτυξη, δεν υπάρχει αύξηση του ΑΕΠ ενώ υπάρχει καθημερινή αύξηση του χρέους. Οι δανειστές, με τους όρους του δανεισμού, θα εξακολουθήσουν να επιβάλλουν λιτότητα, χαμηλούς μισθούς και συντάξεις και υπερφορολόγηση των πολιτών που θα έχουν σαν επακόλουθο την υποτίμηση της αξίας των ακινήτων. Με όλα αυτά τα μέτρα οι δανειστές επιδιώκουν να καταστεί η χώρα ελκυστική προς το ιδιωτικό κεφάλαιο για επενδύσεις ακολουθώντας το δρόμο μιας χρεοκοπημένης τριτοκοσμικής χώρας. Δυστυχώς, είναι αυτά τα μέτρα που μας ζητά σήμερα η Ευρωζώνη με επικεφαλής την Γερμανία.
Όμως, υπάρχει πάντα ένας άλλος δρόμος. Από πλευράς κυβέρνησης μέχρι τώρα δεν ακούστηκε κανένα αίτημα προς τους εταίρους της Ευρωζώνης για στοχευμένη, προγραμματισμένη και κοστολογημένη ανάπτυξη. Ούτε καν αναφέρθηκε η λέξη «ανάπτυξη» στις εκτενείς προγραμματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού στη Βουλή. Αυτό θα μπορούσε να είναι η υπέρβαση του σημερινού αδιεξόδου.
Αναμφισβήτητα καλώς υπόσχεται ο Πρωθυπουργός την ανασυγκρότηση ενός κράτους «κοινωνικής σωτηρίας». Αλλά, δυστυχώς, χωρίς ανάπτυξη το κράτος κοινωνικής σωτηρίας θα παραμείνει ένα ανεκπλήρωτο όνειρο. Με τις σημερινές συνθήκες, η γραμμή που θα πρέπει να ακολουθηθεί από πλευράς κυβέρνησης και αντιπολίτευσης είναι ένα διαρκές αίτημα για γενναίες παραγωγικές επενδύσεις από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Επενδύσεις συγκεκριμένες και κοστολογημένες. Με στόχο τον διπλασιασμό του τουρισμού και την ανάπτυξη των πρωτογενών πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας μέσα σε ένα πενταετές πρόγραμμα. Ένα πρόγραμμα που θα διασφαλίσει τη συνεχή αύξηση του ΑΕΠ με προοδευτική ελάττωση της ανεργίας. Είναι, δυστυχώς, η μόνη δυνατή απάντηση, προκειμένου αυτό το χρέος να καταστεί βιώσιμο αφού κανένας Ευρωπαίος εταίρος δεν αποδέχεται τη διαγραφή ή το κούρεμά του. Είναι η μόνη ρεαλιστική απάντηση στην αντιμετώπιση της σημερινής οικονομικής κρίσης.