Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους η πληροφόρηση καμία ωφέλεια δεν προσφέρει στον άνθρωπο. Εξάλλου, σε περίπτωση που αυτή η γνώση ήταν αναγκαία, για την επιβίωση ή για την σωτηρία, θα την είχε προσφέρει ο Θεός σε όλους και δεν θα την έκρυβε για να την εξασφαλίσει στους εκλεκτούς του.
Όπως σημειώνει ο ομ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Πατρώνος στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, μια εκσυγχρονιστική ερμηνευτική προσέγγιση» (Αθήνα, 2009) στόχος του προφητικού κηρύγματος δεν είναι τόσο «να φωτίσει το μέλλον όσο το παρόν» (σελ. 34), το οποίο αποτελεί και τον στίβο στον οποίο ζει και αγωνίζεται ο κάθε άνθρωπος. Καθώς στο νου μας έχουμε συνδέσει τη λέξη «προφητεία» με μελλοντολογικές προβλέψεις είναι δύσκολο να την προσεγγίσουμε κάτω από το πρίσμα που θέτει ο καθηγητής.
Στην Παλαιά Διαθήκη «προφήτης» είναι αυτός που μιλά εξ ονόματος του Θεού (πρό + φημί). Οι αναφορές του σε γεγονότα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον δεν έχουν τον χαρακτήρα μαντικής-μαγικής πρόβλεψης αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους, το βασιλιά, τους κατοίκους μιας πόλης, τους πιστούς του αληθινού Θεού να ερμηνεύσουν το παρόν και να καθορίσουν τη στάση τους μέσα από το μέλλον.
Ο άνθρωπος του Θεού θέλει να ενεργοποιήσει μια κριτική ματιά στο παρόν μέσῳ των αναφορών στο μέλλον. Παραδείγματος χάριν, όταν προειδοποιεί ότι η παρακοή στο νόμο θα επιφέρει αυτή ή την άλλη συμφορά δεν το κάνει για να ικανοποιήσει την περιέργεια σχετικά με το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, αλλά για να προβληματίσει τον αποδέκτη της προφητείας και να αλλάξει στάση. Ο προφητικός λόγος λειτουργεί ως ένα ισχυρό προειδοποιητικό καμπανάκι, το οποίο προσφέρει στο σώφρονα ακροατή τη δυνατότητα της μετάνοιας, της αλλαγής πορείας.
Αντιστοίχως, στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η τάξη των προφητών, με παρόμοια έννοια και χαρισματική θέση στο χώρο της Εκκλησίας. Πολύ γνωστό είναι το χωρίο του βιβλίου Πράξεις Αποστόλων στο οποίο, ανάμεσα στους προφήτες και διδασκάλους της αντιοχειανής Εκκλησίας περιλαμβάνονται ο απ. Βαρνάβας και ο απ. Παύλος (Πρ. 13:1). Η τάξη των προφητών στην Καινή Διαθήκη έχει ρόλο περισσότερο διδακτικό και κηρυκτικό. Η έννοια αυτού που ομιλεί «προ προσώπου του Θεού» σχετίζεται με τη διδασκαλία του λόγου του Θεού, αλλά και τα έντονα χαρίσματα που κοσμούσαν την Εκκλησία. Οι προφήτες της πρώτης Εκκλησίας είναι φορείς χαρισμάτων και μεταφέρουν με αγάπη, μεταδίδουν αυτά τα χαρίσματα στους άλλους.
Και εδώ έχουμε προρρήσεις μελλοντικών γεγονότων, όπως οι δύο προρρήσεις του Αγάβου, ο οποίος, ακολουθώντας την παράδοση των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, προφήτευσε δεινά. Για την ακρίβεια στο Πρ. 11:28 «ἐσήμανεν διὰ τοῦ πνεύματος λιμὸν μεγάλην μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην» και στο Πρ. 21:10 προφήτευσε τη σύλληψη και την παράδοση «εἰς χεῖρας ἐθνῶν» του απ. Παύλου. Η προσοχή μας πρέπει να επικεντρωθεί στο σκοπό της προφητείας. Ο Άγαβος δεν λειτουργεί ως ένας από τους αφθονούντες και σε εκείνη την περίοδο περιοδεύοντες μάγους, ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους. Το αντίθετο μάλιστα! Λειτουργεί ως μέλος της χριστιανικής συνάξεως και προφητεύει μέσα στα πνευματικά όριά της, ενώπιον πάντων.
Και στις δύο περιπτώσεις, όπως διαπιστώνουμε από τη συνάφεια του κειμένου έχουμε αποκάλυψη του μέλλοντος ώστε οι ακροατές του να ζήσουν διαφορετικά, πνευματικότερα το παρόν. Με τη βοήθεια των λόγων του Αγάβου η Εκκλησία θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις επερχόμενες δυσχερείς καταστάσεις. Σήμερα, συνήθως, χωρίς καμία επιτυχία, αγωνιούμε να ταυτίσουμε την μία ή την άλλη προφητεία με το ένα ή το άλλο γεγονός. Κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο: ήταν ξεκάθαρο πότε συνέβη ο λιμός, «ἐπὶ Κλαυδίου», όπως και η σύλληψη και παράδοση του απ. Παύλου στους Ρωμαίους (Πρ. 25:11-12).
Το φαινόμενο των προφητικών προρρήσεων έσβησε με την πάροδο της αποστολικής εποχής, δίνοντας τη θέση του σε άλλα χαρίσματα στο σώμα του Χριστού. Σε σπάνιες περιπτώσεις, από τότε και εξής έχουμε τη διατύπωση προφητειών από άγιες μορφές με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και του, συγχρόνου μας, αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου. Οι λόγοι τους παρανοούνται και διαστρέφονται από ανθρώπους που δεν κατανοούν τη λειτουργία της προφητείας στο σώμα της Εκκλησίας. Ο σκοπός της δεν είναι να λειτουργήσει ως ένα «μαγικό» κλειδί που θα ξεκλειδώνει τα μελλούμενα, αλλά ως μία υπόμνηση ότι με πίστη στο Θεό, ταπείνωση και πνευματική εργασία θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που θα έρθουν.
Για το λόγο αυτό είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο, να ταυτίσουμε τις προφητικές ρήσεις με γεγονότα. Στις επιχειρούμενες ταυτίσεις δεν υπάρχει ούτε ομοφωνία ούτε σοβαρότητα. Γι᾿ αυτό ο ένας ιεροκήρυκας προχωρεί σε μία ταύτιση και ο επόμενος την απορρίπτει για να παρουσιάσει αυτή που εκείνος θεωρεί ισχυρότερη. Γι᾿ αυτό επαναλαμβάνεται η διαστροφή του χαρίσματος της προφητείας όπως ακριβώς συνέβη με την περίπτωση της ταυτίσεως του ονόματος που κρύβεται γύρω από τον αριθμό της Αποκαλύψεως (χξστ’), ο οποίος έχει οδηγήσει όσους επιχειρούν να τον ταυτίσουν με συγκεκριμένο πρόσωπο σε συνεχείς αποτυχίες.
Δυστυχώς, το χάρισμα της προφητείας, της παρουσίασης του λόγου του Θεού ανάμεσα μας, μέσα στον πνευματικό χώρο της Εκκλησίας, διαστρέφεται σε μία μαντική τέχνη, σε «πνεῦμα πύθωνα» (Πρ. 16:16), υπό τύπον προφητειών του Νοστράδαμου.
Διαβάζοντας το βίο των αγίων μορφών που είχαν το χάρισμα της προφητείας διαπιστώνουμε ότι η Εκκλησία δεν επιμένει καθόλου στον τονισμό αυτού του χαρίσματος. Αντιθέτως, αυτό φαίνεται να εντάσσεται ομαλά στην αγία ζωή τους. Όσοι δεν έχουν εκκλησιαστικό πνεύμα, αλλά αποζητούν μαντικές δυνάμεις ή δυνάμεις ιεροδιαμέσου (= μέντιουμ) τονίζουν, προβάλλουν και απομονώνουν αυτό το χάρισμα. Μάλιστα, σε περιόδους προβλημάτων, κρίσεων και κοινωνικής αναταραχής αυτά τα μη εκκλησιαστικά στοιχεία κυριαρχούν. Διαπιστώνουμε με θλίψη ότι οι επιτήδειοι της ενημέρωσης εκμεταλλεύονται δεόντως την επιθυμία των πολλών παρέχοντας, υπό τύπον δώρων και προσφορών, τις προφητείες του τάδε ή του δείνα αγίου για να αυξήσουν τις πωλήσεις, την ακροαματικότητα και την τηλεθέασή τους. Αυτοί που τρέχουν να αγοράσουν τέτοιο υλικό δεν εξετάζουν την ουσία του προβλήματος, αλλά σπεύδουν συρόμενοι ως πρόβατα από τον ένα ή τον άλλο κήρυκα, δάσκαλο, σοφό ή οτιδήποτε άλλο . . .
Σε αυτό το πλαίσιο, συναντάμε και το θλιβερό φαινόμενο, κάποιοι παίζοντας με τον φόβο και την περιέργεια του λαού να ορίζουν συγκεκριμένες ημερομηνίες για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου . . .
Κέντρο της προφητείας είναι και θα παραμείνει το παρόν με το οποίο την συνδέουν στενότατα οι αναφορές των ευαγγελίων. Το παρόν αυτό δεν είναι παρά ο χώρος της χάριτος, η εποχή που εγκαινίασε με τη θυσία του ο Χριστός και στην οποία ζούμε εμείς, χωρίς να έχουμε ανάγκη από προφητείες για να προοδεύσουμε πνευματικά. Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού ήταν είναι και θα παραμείνει το κορυφαίο σκάνδαλο για την ανθρώπινη ιστορία. Η συζήτηση για το πότε θα έλθει για δεύτερη φορά είναι σε λάθος βάση. Το ενδιαφέρον της Αγίας Γραφής για αυτά τα θέματα είναι μηδαμινό έως ανύπαρκτο.
Έγνοια και φροντίδα της Εκκλησίας είναι η σωτηρία μας και η μεταβολή του κόσμου που ζούμε σε παράδεισο. Στόχος της είναι η ανακαίνιση της κτίσεως και για την επίτευξη αυτού του στόχου αρκεί η πίστη μας στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, του Σαρκωμένου Λόγου, του Χριστού του Θεού, στο πρόσωπό του οποίου βρήκαν την εκπλήρωσή τους όλες οι μεσσιανικές προφητείες.