Παραβατικότητα ανηλίκων – Διαφοροποίηση του σήμερα από το χθες
«Η ένδικη νεανική παραβατικότητα έχει διαφοροποιηθεί τα τελευταία χρόνια κυρίως ως προς τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά. Στο σημείο αυτό επισημαίνουμε τον τρόπο τέλεσης των πράξεων, την βαρύτητα, την πολυμορφία και την ιδιαίτερη βιαιότητά τους, την πληθυσμιακή διαφοροποίηση των δραστών ως προς την εθνική τους προέλευση, την επήρεια του διαδικτύου στην τέλεση νέων αδικημάτων , προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, την εμπλοκή όλο και μικρότερων ηλικιών με την δικαιοσύνη, αλλά και ως προς τα ποσοτικά τους χαρακτηριστικά, δηλ. αύξηση του αριθμού των περιστασιακών που καταλήγουν στις δικαστικές αίθουσες» δηλώνει στον «Σ» η κα Καφασάρη.
Συνεχίζοντας, αναφέρει τι συναντάμε συχνότερα συγκριτικά με το παρελθόν:
- Αυξανόμενες τάσεις εκδήλωσης ρατσιστικής βίας
- Αύξηση περιστατικών ενδοσχολικής βίας (αν και δεν φτάνουν όλα στην δικαστική αίθουσα)
- Καταγραφή αδικημάτων που σχετίζονται με την παραβίαση της γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας
- Αύξηση των αδικημάτων που σχετίζονται με τις μεταναστευτικές ροές (ασυνόδευτοι ανήλικοι με παράνομη είσοδο στη χώρα, χρήση πλαστών εγγράφων στην προσπάθειά τους να φύγουν από την χώρα προς άλλα κράτη της ΕΕ, διακίνηση ανθρώπων)
- Ανήλικοι Ρομά οι οποίοι απασχολούν την υπηρεσία μας από πολύ μικρές ηλικίες (λαθρεμπόριο τσιγάρων, κλοπές)
- Αδικήματα που σχετίζονται με το διαδίκτυο (διαδικτυακός εκφοβισμός, διακίνηση γυμνών φωτογραφιών)
- Αύξηση του αριθμού των ανηλίκων χρηστών ναρκωτικών ουσιών.
Πού οφείλεται αυτή η διαφοροποίηση;
«Το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας είναι σύνθετο και πολυπαραγοντικό. Η οικονομική κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, φαίνεται ότι επέδρασε στην ποιοτική αλλά και στην ποσοτική διαφοροποίησή της, εφόσον έχει επηρεάσει τη λειτουργία της οικογένειας επιβαρύνοντας το κοινωνικό - οικονομικό προφίλ της, επηρεάζοντας σημαντικά την ψυχολογία των ανηλίκων και των οικογενειών τους. Όταν χαλαρώνουν οι οικογενειακοί δεσμοί και απουσιάζει η επικοινωνία μεταξύ των μελών, όταν ο γονέας προσπαθώντας να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για την επιβίωση της οικογένειάς του δυσκολεύεται να ανταποκριθεί υπεύθυνα και με συνέπεια στα γονεϊκά του καθήκοντα, τότε ο ανήλικος απομονώνεται, παραμελείται. Εάν και η ένταξή του στην σχολική κοινότητα αποτύχει με έντονο το συναίσθημα της ματαίωσης και της απουσίας στόχων, στρέφεται ευκολότερα και με μεγαλύτερη ανάγκη αποδοχής σε ομάδες συνομηλίκων για να καλυφθεί συναισθηματικά, κάτι που μπορεί να τον οδηγήσει στην παραβατικότητα, αν αυτές οι ομάδες είναι ήδη ενταγμένες εκεί» απαντά η κ. Καφασάρη.
«Επιπλέον η επιθετικότητα συνδέεται συχνά με την χαμηλή αυτοεκτίμηση των εφήβων και την ανάγκη τους για αναγνώριση ή ένταξη σε μια ομάδα γι αυτό και προσχωρούν σε συμμορίες ή εγκληματικές οργανώσεις, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο την αντίδρασή τους σε κάθε μορφή εξουσίας. Επίσης, μας απασχολούν περιπτώσεις με πολλαπλά προβλήματα, ακόμα και με τα στοιχειώδη της επιβίωσης. Συναντάμε χαρακτηριστικά του οικογενειακού περιβάλλοντος, όπως, τεταμένες σχέσεις μεταξύ των γονιών, ενδοοικογενειακή βία, παραμέληση, πολύ αυστηρές ή πολύ ελαστικές μέθοδοι ανατροφής, έλλειψη επικοινωνίας, και αδυναμία θέσπισης ορίων. Ακόμα οι υπερβολικές απαιτήσεις των γονέων, η επικριτική τους στάση απέναντι σε κάθε αποτυχία ή μέτρια απόδοση, η ανεκτικότητα απέναντι σε βίαιες συμπεριφορές, ακόμα από την παιδική ηλικία, όταν χτυπάνε παιδάκια στην παιδική χαρά ή ζωάκια. Εξίσου σημαντική είναι και η κοινωνική κρίση (κρίση αξιών, κρίση του θεσμού της οικογένειας), καθώς και η αλόγιστη και ανεξέλεγκτη χρήση του διαδικτύου» καταλήγει.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των παιδιών που απασχολούν την Υπηρεσία Ανηλίκων
«Εν συντομία θα μπορούσαμε να αποτυπώσουμε κάποια κοινά γνωρίσματα στους ανηλίκους που φτάνουν στις υπηρεσίες μας ως δράστες αξιόποινων πράξεων ή ως περιστατικά πρόληψης» δηλώνει η κ. Καφασάρη, εξηγώντας πως:
- Είναι ανήλικοι 12-18 ετών.
- Η συντριπτική τους πλειοψηφία αποτελείται από αγόρια.
- Συχνά διαπιστώνονται δυσλειτουργίες στο οικογενειακό περιβάλλον, που το καθιστούν όχι μόνο μη υποστηρικτικό, αλλά και κακοποιητικό. Συναντάμε όμως και ανηλίκους από συγκροτημένες οικογένειες, με υψηλό βιοτικό επίπεδο, και με ικανοποιητική σχολική πορεία (οι ανήλικοι αυτοί μας απασχολούν συμπτωματικά και για πράξεις όπως ΚΟΚ και χρήση ναρκωτικών ουσιών).
- Μεγάλος αριθμός ανηλίκων έχει ολοκληρώσει την βασική εκπαίδευση χωρίς να συνεχίσει στο Λύκειο ή διακόπτουν την φοίτηση λόγω αδικαιολόγητων απουσιών.
- Ένας αριθμός ανηλίκων φλερτάρει με εξαρτησιογόνες ουσίες.
- Συχνά συναντάμε ανηλίκους με έλλειψη στόχων, κινήτρων και προσδοκιών.
- Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι αλλοδαποί αποτελούν περίπου το 20% των εισαγωγών στο Δικαστήριο Ανηλίκων Κω, για τις πράξεις της παράνομης εισόδου στη χώρα και την χρήση πλαστών εγγράφων.
- Η παράβαση του ΚΟΚ (οδήγηση χωρίς δίπλωμα), αποτελεί σχεδόν το 70% των περιπτώσεων.
Επιτακτική η ανάγκη πρόληψης
«Σήμερα προβάλλει πιο επιτακτική από ποτέ η ανάγκη της πρόληψης καθώς και ουσιαστικής φροντίδας και προστασίας των παιδιών σε κίνδυνο. Η παραβατική δράση ενός ανηλίκου δεν αποτελεί απαραίτητα την έναρξη μιας εγκληματικής ‘’σταδιοδρομίας’’ και σίγουρα μπορεί να αντιμετωπιστεί:
- με τις κατάλληλες παρεμβάσεις διαπαιδαγώγησης και ενδυνάμωσης του ίδιου και της οικογένειάς του (αν και το νέο ποινικό μας σύστημα γίνεται πιο τιμωρητικό και αυστηροποιούνται οι ποινές για τις οικογένειες και την παραμέληση ανηλίκου)
- του σχολικού περιβάλλοντος, ώστε να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τις παρεκκλίνουσες συμπεριφορές, όχι με τιμωρητικές και στιγματιστικές πρακτικές, αλλά σε μια λογική συμπερίληψης και συμφιλίωσης (η ύπαρξη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση) σημειώνει η Επιμελήτρια Ανηλίκων.
Και καταλήγει λέγοντας: «Να αναφέρω ότι, για τις υπηρεσίες μας οι ανήλικοι είναι νούμερα μόνο για στατιστικούς λόγους. Για όλους τους επαγγελματίες που ασχολούνται με την νεανική παραβατικότητα, πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν νέοι-παιδιά με ονόματα, με οικογένεια, με προβλήματα αλλά και με όνειρα. Σε άλλα καταφέραμε, σε άλλα όχι να επαναπροσδιορίσουμε μαζί τους στόχους και προσδοκίες και να χαράξουμε τον δρόμο του Μαραθωνίου τους».
Ποια είναι και τι προσφέρει η Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων
«Η ΥΕΑ είναι περιφερειακή υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η οποία συγκροτήθηκε με το Ν. 378/1976, με αποστολή της σύμφωνα με το ΠΔ 96/2017, την εξωιδρυματική μεταχείριση ανηλίκων (12-18 ετών συμπληρωμένα) που έχουν διαπράξει αδίκημα και δικάζονται από τα δικαστήρια ανηλίκων ή διατρέχουν τον κίνδυνο να γίνουν δράστες ή θύματα αξιόποινων πράξεων (πεδίο πρόληψης), παρέχοντας υποστήριξη στην ποινική δικαιοσύνη για ανηλίκους τόσο στο επίπεδο της πρόληψης της παραβατικότητας και θυματοποίησης, όσο και της μεταχείρισης. Είναι στελεχωμένες από πτυχιούχους ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών όπως Νομικής, Κοινωνιολογίας, Ψυχολογίας, Κοινωνικής Εργασίας κλπ», αναφέρει η κ. Καφασάρη.
«Επίσης, συνδράμουμε τον Δικαστή Ανηλίκων στην εκδίκαση των υποθέσεων, διερευνώντας τη προσωπικότητα, τα ενδιαφέροντα, τις συνθήκες διαβίωσης, το οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον, τις πιθανές εργασιακές σχέσεις των ανηλίκων. Με βάση τα στοιχεία της κοινωνικής έρευνας που έχουμε διενεργήσει, συντάσσουμε αναλυτική έκθεση, η οποία είναι απόρρητη και δεν επισυνάπτεται στην δικογραφία, ούτε αναγιγνώσκεται στο ακροατήριο, αλλά ανακοινώνεται μόνο στον Δικαστή Ανηλίκων και στους εντεταλμένους την επιμέλεια του ανηλίκου, για την προσωπικότητα του ανηλίκου, καταλήγοντας σε συγκεκριμένη πρόταση που ενδείκνυται εξατομικευμένα για κάθε ανήλικο, να σημειωθεί ότι δεν είναι δεσμευτική για τον Δικαστή, και την παραδίδουμε στον Δικαστή Ανηλίκων. Αυτός θα κρίνει πιο μέτρο είναι το καταλληλότερο για την αναμόρφωση του συγκεκριμένου ανηλίκου. Όλες οι βασικές αρχές που διέπουν το Δίκαιο Ανηλίκων απαντώνται στα κείμενα του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης: η αρχή της διαπαιδαγώγησης αντί της ποινικής τιμωρίας (έμφαση σε μέτρα εκπαιδευτικού-παιδαγωγικού χαρακτήρα), η αρχή της επικουρικότητας (προτεραιότητα των ηπιότερων μη ιδρυματικών μέτρων) και η αρχή της αναλογικότητας (επιλογή του πλέον κατάλληλου, αναγκαίου και αποτελεσματικού για κάθε περίπτωση μέτρου).
Η έκθεση κοινωνικής έρευνας (κοινωνικής αξιολόγησης σύμφωνα με τον Ν. 4689/2020) αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για τις δικαστικές αρχές, προκειμένου ν΄ αποφασίσουν το καταλληλότερο μέτρο για την διαπαιδαγώγηση του ανηλίκου, την ομαλή (επαν)ένταξή του και τον περιορισμό τέλεσης νέων πράξεων, έχοντας ως γνώμονα το συμφέρον του ανηλίκου. Σύμφωνα με τον Ν. 4322/2015 προβλέπεται ρητά ότι ο ανήλικος κατηγορούμενος έχει πρόσβαση στην έκθεση που συντάσσουν οι Επιμελητές Ανηλίκων μετά από ανακριτική εντολή, για να ασκήσει τα υπερασπιστικά του δικαιώματα. Κοινωνική έρευνα διενεργείται επίσης, στο πλαίσιο της αποχής του Εισαγγελέα από την ποινική δίωξη, σε περιπτώσεις προπαραβατικών ανηλίκων, οι οποίοι διαβιούν σε ακατάλληλο κοινωνικό περιβάλλον, και κατόπιν αιτήματος γονέα για ανήλικο που εμφανίζει αντικοινωνική συμπεριφορά , να τεθεί υπό διοικητική επιμέλεια στο πλαίσιο της προληπτικής αρμοδιότητας της υπηρεσίας.
Θεωρώ ότι γίνεται κατανοητός ο ρόλος του Επιμελητή Ανηλίκων σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας, αφού:
1) συνεργάζεται αρχικά με τον ανήλικο και την οικογένειά του πριν την δικάσιμο προσπαθώντας να χτίσει μαζί τους μια σχέση εμπιστοσύνης,
2) στη συνέχεια παρίσταται στην κεκλεισμένων των θυρών δίκη (η παρουσία του επιβεβλημένη και υποχρεωτική πλέον σύμφωνα με τον Ν.4689/2020),
3) ασκεί (εποπτεία) το αναμορφωτικό μέτρο της επιμέλειας της ΥΕΑ είτε με δικαστική απόφαση, είτε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στο πλαίσιο της πρόληψης , είτε όταν διατάσσεται σχετικός περιοριστικός όρος.
4) ασκεί προστατευτική επίβλεψη και παρακολουθεί την εφαρμογή των υπόλοιπων αναμορφωτικών και θεραπευτικών μέτρων καθώς και την εξέλιξη της συμπεριφοράς του ανηλίκου.
Στο επίπεδο της πρόληψης, οι Επιμελητές, αφού λάβουμε την σχετική ανάθεση από την αρμόδια δικαστική αρχή, μεριμνούμε για τους ανηλίκους που παρουσιάζουν δυσκολία κοινωνικής προσαρμογής, και εκτιμάται ότι βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να παραβατήσουν ή να θυματοποιηθούν, στηρίζοντας κι ενδυναμώνοντας τους ίδιους και τις οικογένειές τους».
Δυσκολίες στο έργο του Επιμελητή Ανηλίκων
«Οι ανήλικοι έρχονται στον επιμελητή επειδή παραβίασαν τον νόμο. Έτσι, ποτέ δεν υπάρχει οικειοθελής προσέλευση στην υπηρεσία μας κατά την πρώτη συνάντηση, δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη για βοήθεια. Επομένως, το ζητούμενο και το στοίχημά μας στην αρχή είναι η επιθυμία του ανηλίκου για συνεργασία. Αυτή γεννιέται καθώς χτίζεται η μεταξύ μας σχέση εμπιστευτικότητας και σεβασμού στην προσωπικότητά του, και κερδίζουμε σταδιακά την εμπιστοσύνη του. Στόχος μας να θελήσει ο ανήλικος να αλλάξει την στάση και συμπεριφορά του, να επαναπροσδιορίσει τους στόχους του, να συνειδητοποιήσει την ανάγκη αλλαγής της πορείας του και να εξελιχθεί προσωπικά, αποφεύγοντας την τέλεση νέων πράξεων.
Ο επιμελητής δεν μπορεί να υποκαταστήσει τους γονείς ή να αναπληρώσει την ελλιπή γονεϊκή φροντίδα. Γι αυτό άλλος ένας στόχος μας είναι η ανάπτυξη πνεύματος εμπιστοσύνης και συνεργασίας μαζί τους, η κινητοποίηση και η ενεργή και υπεύθυνη ανάληψη από τους γονείς του ρόλου τους κατά τη κοινωνική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους. Αν κριθεί απαραίτητο να καταφύγει σε εξειδικευμένες υπηρεσίες, προγράμματα απεξάρτησης, ΚΕΔΑΣΥ, να επαναφέρει την επικοινωνία μεταξύ τους, ν’ αλλάξει τη μεταξύ τους σχέση.
Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το δίλλημα και την εσωτερική σύγκρουση πώς από τη μία να τηρήσουμε εχεμύθεια, ενώ καλούμαστε με την κοινωνική μας έκθεση να γνωμοδοτήσουμε στο δικαστήριο συνδυάζοντας τον συμβουλευτικό μας ρόλο με την ποινική μεταχείριση.
Τα πιο δύσκολα περιστατικά είναι οι υποθέσεις πρόληψης. Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσπάθεια να κινητοποιήσουμε τον ανήλικο για συνεργασία. Δεν έχει υποστεί το σοκ της σύλληψης, και θεωρεί ότι το πρόβλημα είναι των ενηλίκων, και ότι μας κάνει χάρη που μας συναντά ώσπου να νιώσει ότι οι ενέργειες γίνονται από ανθρώπους που τον νοιάζονται, τον σέβονται και θέλουν το καλύτερο γι αυτόν.
Άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι η έλλειψη κατάλληλων και επαρκών δομών για παραπομπές, μεγάλες καθυστερήσεις στην αξιολόγηση και την διάγνωση, έλλειψη θεραπευτικών δομών για παιδιά με ψυχιατρικά προβλήματα, με σοβαρές διαταραχές διαγωγής και ειδικά για την ηλικιακή ομάδα 14-18 ετών» καταλήγει η κ. Καφασάρη, περιγράφοντάς μας όσο καλύτερα γίνεται την «εικόνα» της νεανικής παραβατικότητας στον τόπο μας, τα αίτιά της καθώς και το πώς αυτή αντιμετωπίζεται με τις υφιστάμενες υποστηριχτικές δομές (υπάρχουν ελλείψεις), καταθέτοντας ταυτόχρονα και προτάσεις που απορρέουν από την πολύχρονη εμπειρία της.
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΤΑΘΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ