Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι οι τροφές που καταναλώνουμε έχουν περιβαλλοντικό αντίκτυπο; Πως ό,τι επιλέγουμε να τρώμε μπορεί να «τρώει» και τον πλανήτη; Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η παραγωγή τροφίμων προκαλεί το 35% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που θερμαίνουν τον πλανήτη, με το κρέας να ευθύνεται για υπερδιπλάσια ρύπανση σε σχέση με τα φρούτα, τα δημητριακά και τα λαχανικά. Μάλιστα, το 65% των συνολικών εκπομπών της κτηνοτροφίας οφείλεται στην εκτροφή αγελάδων για παραγωγή κρέατος και γάλακτος, ενώ οι υπόλοιπες κατηγορίες ζωικού κεφαλαίου συμμετέχουν με σημαντικά μικρότερο ποσοστό, που δεν ξεπερνά το 10%.
Μπορεί λοιπόν η βιώσιμη διατροφή να είναι μια απάντηση στην κλιματική αλλαγή; Ναι, η κατανάλωση λιγότερου κρέατος είναι μία από τις πιο σημαντικές αλλαγές που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι ώστε να περιορίσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, να συμβάλουν στη μείωση της αποψίλωσης των δασών και να μειώσουν ακόμη και τον κίνδυνο μετάδοσης ασθενειών που προκαλούν πανδημίες οι οποίες μεταφέρονται από τα ζώα στον άνθρωπο, σύμφωνα με έκθεση της επιστημονικής Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), η οποία τελεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Οι αλλαγές δεν χρειάζεται να είναι ακραίες. Η υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφής μεσογειακού τύπου, πλούσιας δηλαδή σε δημητριακά, φρούτα, λαχανικά, ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς και μέτριες ποσότητες ψαριών και πουλερικών – θα μπορούσε να είναι σχεδόν εξίσου αποτελεσματική με μία διατροφή vegan ή vegeterian, σύμφωνα με την έκθεση.
Αν μάλιστα όλοι μας τηρούσαμε τις βασικές διατροφικές συστάσεις, που για τους περισσότερους ανθρώπους στις ανεπτυγμένες χώρες σημαίνουν κατανάλωση περισσότερων φρούτων και λαχανικών και λιγότερου κόκκινου κρέατος, οι εκπομπές CO2 θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 29% έως το 2050, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2016.
Η ανάδυση των climatarians
Tα τελευταία χρόνια, καθώς η ενημέρωση αυξάνεται, αρκετοί είναι εκείνοι που ευαισθητοποιούνται και ενημερώνονται σχετικά με τις επιπτώσεις των διατροφικών τους συνηθειών, επιλέγοντας τελικά να τροποποιήσουν τη δίαιτά τους και επενδύοντας σε ένα βιώσιμο μέλλον.
Ακριβώς αυτούς τους πολίτες περιγράφει ο όρος «climatarian», που δηλώνει τον άνθρωπο ο οποίος επιλέγει να ακολουθεί βιώσιμη διατροφή για να καταπολεμήσει την κλιματική αλλαγή. Ο όρος αυτός εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2015 στην εφημερίδα «Τhe New York Times» και έναν χρόνο μετά συμπεριλήφθηκε στο λεξικό του Cambridge. Ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους ειδικά applications που προσφέρουν συνταγές για climatarians.
Οι κανόνες που πρέπει να ακολουθηθούν δεν είναι δύσκολοι. Πρώτον, έρχεται η επιλογή τροφίμων με βάση την εποχικότητά τους, καθώς όταν χρησιμοποιούνται ουσίες για να έρθουν κάποια φρούτα και λαχανικά στο πιάτο μας μια τελείως διαφορετική εποχή από αυτή κατά την οποία ευδοκιμούν, αυξάνονται οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Την ίδια στιγμή, σημαντική είναι και η επιλογή τοπικών ή εγχώριων προϊόντων.
Δεύτερον, όπως προειπώθηκε, η μεσογειακή διατροφή διαπιστωμένα συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 72%, της χρήσης γης κατά 58%, της κατανάλωσης ενέργειας κατά 52% και νερού κατά 33%.
Η βιώσιμη διατροφή είναι ακόμη συνυφασμένη με τον περιορισμό της κατασπατάλησης τροφίμων είτε πρόκειται για τρόφιμα που πετιούνται επειδή έχουν αγοραστεί αλλά δεν έχουν καταναλωθεί είτε για όσα σαπίζουν αδιάθετα στο χωράφι μέχρι να παρέλθει ο χρόνος ζωής τους. Μάλιστα, μεταξύ 8-10% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σχετίζονται με την τροφή που δεν καταναλώνεται.
Δεν πρέπει εξάλλου να ξεχνάμε ότι τα τρόφιμα με χαμηλό περιβαλλοντικό αντίκτυπο τυγχάνει να είναι και καλύτερα για την υγεία μας.
Όταν το κρέας… καλλιεργείται
Η βιομηχανία τροφίμων θα πρέπει να λάβει το μήνυμα. Είναι ενδεικτικό ότι τα τελευταία χρόνια εταιρείες τροφίμων επενδύουν σε υποκατάστατα κρέατος, ενώ το 2022 οι ΗΠΑ έδωσαν το «πράσινο φως» για την κυκλοφορία εργαστηριακού κρέατος. Το περασμένο καλοκαίρι η Ολλανδία ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει τις γευστικές δοκιμές προϊόντων κρέατος και θαλασσινών που καλλιεργούνται στο εργαστήριο από ζωικά κύτταρα, ούσα η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που προχωρεί σε αυτό το βήμα.
Ακόμη και οι αλυσίδες fast food μοιάζουν να προσαρμόζονται στη νέα πραγματικότητα, υπό την πίεση βέβαια και του κινήματος των vegans που προτάσσουν συν τοις άλλοις την εναντίωση στη βία που συνδέεται με την κατανάλωση κρέατος, γαλακτοκομικών και αβγών.
Για παράδειγμα, η αλυσίδα Burger King λάνσαρε το Impossible Whopper το 2019, ένα φυτικό μπέργκερ με συστατικά την πρωτεΐνη σόγιας και πατάτας, ενώ ο βρετανικός βραχίονας της εταιρείας στοχεύει το μισό μενού της να είναι φυτικής προέλευσης μέχρι το 2030. Η Ikea έχει υποσχεθεί το ίδιο για τα εστιατόριά της μέχρι το 2025.
Ακόμη η JBS, ο μεγαλύτερος παραγωγός κρέατος στον κόσμο, εξαγόρασε μία startup εταιρεία παραγωγής κρέατος που καλλιεργείται στο εργαστήριο και σχεδιάζει στα τέλη του 2024 να αρχίσει να πουλά μπριζόλες, λουκάνικα και χάμπουργκερ που έχουν δημιουργηθεί στο εργαστήριο.
Πολλά κρίνονται στο ράφι
Ο καταναλωτής πλέον μοιάζει να έχει περισσότερες επιλογές στη διάθεσή του. Σύμφωνα όμως με τους ειδικούς, βαρύνουσας σημασίας στο τι θα μπει στο καλάθι του είναι και ο ρόλος που θα διαδραματίσουν τα ίδια τα σουπερμάρκετ. Για παράδειγμα, η μεγαλύτερη αλυσίδα του Ηνωμένου Βασιλείου, η Tesco, έθεσε πενταετή στόχο να αυξήσει τις πωλήσεις φυτικών πρωτεϊνών κατά 300%.
Ο τρόπος τοποθέτησης του προϊόντος στο ράφι μοιάζει λοιπόν να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα «The Guardian» σε άρθρο της, τα φυτικά μπιφτέκια θα πρέπει να τοποθετούνται κοντά στον κιμά, όπως και τα vegan τυριά ανάμεσα σε συμβατικά γκούντα και μοτσαρέλες, «αντί να υποβιβάζονται σε ένα ειδικό τμήμα».
Και αυτή η επιλογή έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στο παρελθόν. Η τοποθέτηση, για παράδειγμα, στο τμήμα με τα είδη ψυγείου ήταν ζωτικής σημασίας για την καθιέρωση των εναλλακτικών γαλακτοκομικών προϊόντων. Η τακτική αυτή εφαρμόστηκε πρωτοποριακά τη δεκαετία του 1990 από τον ιδρυτή της Silk, ο οποίος άρχισε να συσκευάζει το γάλα σόγιας της εταιρείας του σε παραδοσιακά κουτιά γάλακτος και να πείθει τα σουπερμάρκετ να τα τοποθετούν στο ψυγείο. Πλέον τα αγελαδινά γάλατα συνυπάρχουν με μια πληθώρα από γάλατα ξηρών καρπών και δημητριακών και το 90% των πωλήσεων εναλλακτικού γάλακτος προέρχεται από το ψυγείο και όχι από τον διάδρομο με τα ράφια.
Ωστόσο, η διείσδυση των εταιρειών που παράγουν προϊόντα φυτικών πρωτεϊνών δεν προχωρεί χωρίς αντιδράσεις. Στις ΗΠΑ, αρκετές Πολιτείες υπό την πίεση κτηνοτροφικών ενώσεων έχουν περάσει νόμους που περιορίζουν τη χρήση λέξεων όπως μπέργκερ, λουκάνικο και hotdog σε προϊόντα φυτικής προέλευσης, με το σκεπτικό ότι θα μπορούσαν να παραπλανήσουν τους πελάτες.
Κερδίζοντας τον καταναλωτή
Το 2020, το ερευνητικό, μη κερδοσκοπικό Ινστιτούτο Παγκόσμιων Πόρων, δημοσίευσε μία έκθεση που εξέταζε τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους ενθάρρυνσης των ανθρώπων προκειμένου να καταναλώνουν λιγότερο κρέας. Ένα από τα ισχυρότερα συμπεράσματα που προέκυψε σύμφωνα με τους ερευνητές ήταν ότι «η λήψη αποφάσεων σχετικά με το τι θα φάμε σπάνια είναι μια ορθολογική και προσεκτικά μελετημένη διαδικασία». Οι άνθρωποι αποζητούν την εξοικείωση και επηρεάζονται από ανεπαίσθητα φυσικά και γλωσσικά στοιχεία.
Η έκθεση συμβουλεύει όσους δραστηριοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων να προσφέρουν επιλογές προϊόντων φυτικής προέλευσης επενδύοντας στην καλή τους γεύση και χρησιμοποιώντας ελκυστικό λεξιλόγιο στην περιγραφή τους. Ενώ το τηγανητό κοτόπουλο, λόγου χάριν, έχει εγγραφεί στο συλλογικό ασυνείδητο ως «τραγανό» και τα μπιφτέκια ως «ζουμερά», τα μενού συχνά περιγράφουν τις αντίστοιχες φυτικές επιλογές ως «υγιεινές», «vegan» ή «χωρίς κρέας». Σύμφωνα με την έρευνα, κανένας από τους παραπάνω χαρακτηρισμούς δεν είναι ελκυστικός για τον μέσο καταναλωτή ώστε να τα παραγγείλει.
Σε αντίθεση, η χρήση της γλώσσας που παραπέμπει στη γεύση οδηγεί πιο εύκολα τους ανθρώπους να παραγγείλουν ένα χορτοφαγικό γεύμα όπως και οι αναφορές στα περιβαλλοντικά οφέλη αυτής της επιλογής. Για παράδειγμα, η πρόταση «αν αντικαταστήσουμε ένα μόνο πιάτο με κρέας με ένα φυτικό γεύμα, εξοικονομούνται εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που ισοδυναμούν με την ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη φόρτιση του τηλεφώνου σας για δύο χρόνια» μπορεί να πείσει τον καταναλωτή μέσω μιας εύκολα κατανοητής σύγκρισης.
Επιβολή επιπλέον φόρου στην κατανάλωση κρέατος;
Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί αναφέρουν ότι η πραγματική αλλαγή πρέπει να περιλαμβάνει νομοθετικά μέτρα, όπως επιβολή επιπλέον φόρου στο κρέας, όπως εξετάζουν ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό φαίνεται απίθανο να συμβεί στις ΗΠΑ, παρόλο που μια μελέτη διαπίστωσε ότι πάνω από το ένα τρίτο των Αμερικανών θα το υποστήριζε, ακόμη και την ώρα που ο πληθωρισμός ανεβάζει τις τιμές των τροφίμων.
Για να σημειωθεί πρόοδος, σύμφωνα με τους οπαδούς της climatarian diet απαιτούνται όλα τα διαθέσιμα εργαλεία: η εκπαίδευση των ανθρώπων σχετικά με τις επιπτώσεις των τροφίμων στο κλίμα, η παροχή περισσότερων και καλύτερων φυτικών επιλογών, ακόμη και ο περιορισμός και σε ορισμένες περιπτώσεις η κατάργηση των περισσότερων επιλογών κρέατος – όπως έχουν κάνει ορισμένα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Για παράδειγμα, 34 καντίνες τεσσάρων πανεπιστημίων στο Βερολίνο αποφάσισαν να προσφέρουν ένα μενού που είναι 68% vegan, 28% vegetarian, 2% έχει βάση το ψάρι, ενώ προσφέρεται μία μόνο επιλογή πιάτου με κρέας, το οποίο σερβίρεται τέσσερις ημέρες την εβδομάδα.
Όσοι επιθυμούν να στραφούν σε μια πιο βιώσιμη διατροφή έχουν πλέον τις επιλογές να το κάνουν, συμβουλευόμενοι φυσικά πάντα τον γιατρό ή τον διατροφολόγο τους.
Πηγή: Το Βήμα
Ρεπορτάζ: Έρη Βαρδάκη