Η λέξη εικόνα σημαίνει ομοίωμα, είδωλο στον καθρέφτη. Σημαίνει επίσης παράσταση (προσώπου, αντικειμένου, κατάστασης) που βλέπουμε ή φανταζόμαστε.

Στην ψυχολογία μιλάμε για εικόνες (οπτικές, ακουστικές) σαν αποτυπώματα της αντίληψης στη μνήμη, διαδικασία όπου παρεμβαίνει το συναίσθημα - συνεπώς είναι σε ένα βαθμό υποκειμενικό το τι και πως θυμόμαστε. Από την άλλη πλευρά, λόγος είναι η ομιλία σαν δυνατότητα και πράξη, το σύστημα επικοινωνίας και ταυτόχρονα η νόηση, η σκέψη που εκφράζεται. Στην ψυχανάλυση η εικόνα είναι θεμελιακή για τον ανθρώπινο ψυχισμό: ο Φρόιντ την μελέτησε μέσα από συμπτώματα, όνειρα, φαντασιώσεις, μύθους. Στην αρχή της ζωής το βλέπειν είναι βασική ορμή (σκοποφιλία) που δίνει ευχαρίστηση και αρχίζει να οργανώνει τις σχέσεις με τον εαυτό και τους άλλους.

Ο Λακάν υποστήριξε ότι η εικόνα είναι δομική για το εγώ: το νεογέννητο, βιολογικά και ψυχικά ανώριμο, δεν μπορεί να επιβιώσει μόνο του και επίσης δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Βιώνει σκόρπιες αισθήσεις, σαν ένα κατακερματισμένο σώμα, περίπου ως τον 6ο μήνα. Τότε εισάγεται στο ‘στάδιο του καθρέφτη’ και συναντά την εικόνα, την αντανάκλασή του που το ενθουσιάζει όμως στην αρχή δεν αναγνωρίζει σαν δική του. Σταδιακά ταυτίζεται με αυτή και αποκτά αίσθημα ενότητας (εικόνα σώματος) που θεμελιώνει το εγώ. Πρόκειται για αποφασιστικό βήμα στην ανάπτυξη. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι το εγώ στηρίζεται στην εικόνα του σαν άλλος, ένας άλλος σε δυαδική, κατοπτρική (ναρκισσιστική) σχέση που οικοδομεί το φαντασιακό, πεδίο που στους ανθρώπους μπλέκεται αξεδιάλυτα με το πραγματικό και το συμβολικό.

Με αυτή τη λογική, εικόνα και λόγος, φαντασιακό και συμβολικό, συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν. Εντούτοις στο σύγχρονο δυτικό πολιτισμό μας φαίνεται να κυριαρχεί η εικόνα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ΜΜΕ που διαμορφώνουν σε ένα βαθμό – πιθανότατα υπερβολικά μεγάλο - την κοινή  γνώμη. Ειδικά η τηλεόραση χρησιμοποιήθηκε μαζικά τον 20ο αιώνα φέρνοντας σημαντικές κοινωνικές αλλαγές, αφού μέσα σε μερικές δεκαετίες έγινε σχεδόν απαραίτητη για ενημέρωση και ψυχαγωγία. Η τηλεοπτική εικόνα είναι πολύ δυνατή, απευθυνόμενη σε ένα ‘δέκτη’ που γίνεται σταδιακά παθητικός. Χαρακτηριστική είναι επίσης η διαφήμιση, ακόμα μια βιομηχανία του ‘θεάματος’ που λειτουργεί μέσα από ό,τι προβάλλει μα και ό,τι υποβάλλει, π.χ. τα ιδανικά της ευτυχίας, της ομορφιάς, της υγείας κτλ σε σχέση με ένα προϊόν. Έτσι το θέαμα σαν κοινωνικός δεσμός οργανώνεται γύρω από την επιθυμία απόκτησης όλο και περισσότερων αγαθών, την απόλαυση της κατανάλωσης και την αποθέωση του ατομικού.

Πως εμφανίζονται αυτά τα φαινόμενα στην πολιτική; Ας θυμηθούμε τις τηλεοπτικές διαφημίσεις στις πρόσφατες ελληνικές εκλογές: η ΝΔ εστίασε στο φόβο μπροστά στην αλλαγή κυβέρνησης που θα έφερνε ‘αβεβαιότητα’, ‘ανασφάλεια’ και διάφορα δεινά. Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλλε την ελπίδα για αλλαγή σαν απάντηση στη συνεχή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας που τα τελευταία χρόνια προκάλεσε ‘ανθρωπιστική κρίση’. Ιστορικά, η χρήση των παθών και κυρίως του φόβου δεν είναι καινούργια στην πολιτική, στην αρχαία Ρώμη προσέφεραν στο λαό ‘άρτο και θεάματα’, ενίοτε εξαιρετικά βίαια. Σήμερα υπερέχουν τα συνθήματα αντί επιχειρημάτων. Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα, εάν θα μπορέσουμε σαν κοινωνία να επινοήσουμε πιο δημιουργικές, διαλεκτικές και ισορροπημένες μορφές κοινωνικού δεσμού.

 

Zogas_dimitris