Η πολύκροτη αντιδικία του πρώην υπουργού Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής κ. Αριστοτέλη Παυλίδη με τον εφοπλιστή κ. Φώτη Μανούση, που «πολιτογραφήθηκε» ως σκάνδαλο των «άγονων γραμμών» και ταλάνισε επί μήνες την τότε κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, είχε συνέχεια, όπως αποκαλύπτει σήμερα η «δημοκρατική», ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Στα απόνερα της πολύκροτης αντιδικίας, το δικαστήριο με την υπ’ αρίθμ. 1130/2016 απόφαση του, απέρριψε αγωγή του πρώην Υπουργού κατά του εφοπλιστή, ενώ απέρριψε και αντίθετη αγωγή του τελευταίου κατά του πρώην υπουργού!
Το περιεχόμενο της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (τμήμα ενοχικό) είναι ωστόσο εξαιρετικά δυσάρεστο για πρώην συνεργάτη του πρώην Υπουργού.
Πιο συγκεκριμένα το δικαστήριο συνεκδίκασε τις αντίθετες αγωγές μεταξύ των κ.κ. Παυλίδη και Μανούση. Ο πρώτος παραστάθηκε διά των πληρεξουσίων δικηγόρων του κ.κ. Μιχαήλ Αντάπαση και Γεωργίου Αλμπουρά και ο δεύτερος μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του κ. Ιωάννη Γιαννάτου.
Ο κ. Παυλίδης με την αγωγή του ισχυρίστηκε συνοπικά ότι ο κ. Μανούσης, εξεταζόμενος ενόρκως, στις 14-5-2007 και 29-10-2007, ενώπιον της εισαγγελικής αρχής, προέβη σε συκοφαντικούς για το πρόσωπο του ισχυρισμούς. Ότι, συνεπεία της συμπεριφοράς αυτής του προσεβλήθη η τιμή και υπόληψη του και υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, ύψους 1.000.000 ευρώ.
Ο κ. Μανούσης στην αγωγή του κατά του κ. Παυλίδη ζήτησε ομοίως να καταδικαστεί ο κ. Παυλίδης για χαρακτηρισμούς που του απέδωσε με την ως άνω αγωγή του. Ζήτησε επίσης και αποζημίωση για συκοφάντηση και εξύβριση του και δια του τύπου, για επιστολές και δηλώσεις στις οποίες προέβη, αξιώνοντας ομοίως, αποζημίωση συνολικού ύψους 1.000.000 ευρώ.
Το δικαστήριο απέρριψε, όπως προαναφέρθηκε και τις δύο αγωγές και καταδίκασε τον κ. Παυλίδη στα δικαστικά έξοδα του κ. Μανούση, που προσδιόρισε στο ποσό των 7.000 ευρώ και τον κ. Μανούση στα δικαστικά έξοδα του κ. Παυλίδη, που προσδιόρισε στο ποσό των 2.000 ευρώ.
Πιθανολογείται ότι κατά της συγκεκριμένης αποφάσεως, οι αντίδικοι θα ασκήσουν εφέσεις.
To δικαστήριο αναφέρεται διεξοδικά σε μια σειρά από διαγωνισμούς για την μίσθωση πλοίων που θα κάλυπταν τις ανάγκες άγονων γραμμών, που δεν είχαν την έκβαση που επεδίωκε ο κ. Μανούσης και στο γεγονός ότι την 25η Σεπτεμβρίου 2006, προκηρύχθηκε διαγωνισμός, για την εξυπηρέτηση από 1-1-2007 διαφόρων ακτοπλοϊκών γραμμών, με σύναψη συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας.
Ο διαγωνισμός αυτός αφορούσε, μεταξύ άλλων, και τη γραμμή Σάμος-Ικαρία – Χίος -Μυτιλήνη – Λήμνος – Καβάλα, ως προς την οποία, με τους όρους της σχετικής προκήρυξης, μεταβλήθηκαν τα χαρακτηριστικά που μέχρι τότε απαιτείτο να διαθέτουν τα εξυπηρετούντα τη συγκεκριμένη γραμμή πλοία.
Ειδικώς ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός των κλινών των επιβατών αυξήθηκε από 80 σε 300 κλίνες, όρο τον οποίο, από τα δραστηριοποιούμενα στην εν λόγω γραμμή πλοία, πληρούσε μόνο το «Πηνελόπη».
Σύμφωνα με την προκήρυξη, τον ίδιο αριθμό κλινών έπρεπε να διαθέτουν και τα συμμετέχοντα στο διαγωνισμό πλοία για την εκτέλεση του δρομολογίου Μυτιλήνη – Λήμνος – Θεσσαλονίκη.
Κατόπιν τούτου, ο κ. Μανούσης, ο όμιλος του οποίου συμμετείχε στο διαγωνισμό για αμφότερες τις ανωτέρω δρομολογιακές γραμμές, επιδίωξε να συναντηθεί, όπως δέχεται η απόφαση, με τον κ. Παυλίδη.
Ο τελευταίος, φέρεται κατά τη συνάντηση τους, να παρέπεμψε τον κ. Μανούση, σε στενό συνεργάτη του και διευθυντή του πολιτικού γραφείου του, ο οποίος καθησύχασε τον κ. Μανούση και του δήλωσε ότι θα τον επισκεφθεί στο γραφείο του, προκειμένου να συζητήσουν για την εξεύρεση λύσης.
Το δικαστήριο, αναφέρει στην απόφαση του, ότι ακολούθησε συνάντηση αυτών, κατά την οποία ο συνεργάτης του πρώην Υπουργού, απαίτησε οικονομική βοήθεια από τον κ. Μανούση, εκθέτοντας την ύπαρξη ανάγκης να εξασφαλίσουν ο ίδιος και ο υπουργός τα γεράματά τους, αλλά και να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους.
Το δικαστήριο αναφέρει στην απόφασή του, ότι αποδείχθηκε ότι ο κ. Μανούσης, ενόψει του κινδύνου αποκλεισμού της εταιρίας του από τον ως άνω διαγωνισμό, κατέβαλε, στις 3 Νοεμβρίου 2006, στον συνεργάτη του πρώην υπουργού, ο οποίος είχε μεταβεί στο γραφείο του, το χρηματικό ποσό των 100.000 ευρώ σε μετρητά, το οποίο είχε αναληφθεί την ίδια ημέρα από λογαριασμό της εταιρίας «ΣΑΟΣ Α.Ν.Ε.Σ.».
Στην ίδια απόφαση γίνονται αποδεκτά εξάλλου, κι άλλα διαλαμβανόμενα στο υπ’ αριθμ. 1851/2011 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο ο συνεργάτης του πρώην υπουργού, παραπέμφθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να δικαστεί για την αξιόποινη πράξη της εκβίασης, κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, με απειλή βλάβης της επιχείρησης του κ. Μανούση.Δέχεται συγκεκριμένα ότι ο κ. Μανούσης παρέδωσε στον συνεργάτη του πρώην Υπουργού, την 14η Νοεμβρίου 2006, τρείς λευκές ως προς την ημερομηνία έκδοσης, επιταγές της Εμπορικής Τράπεζας, ποσού 100.000 ευρώ έκαστη, που εξέδωσε η ναυτική εταιρία συμφερόντων του, με την επωνυμία «Δάφνες Ν.Ε.», σε διαταγή «των ιδίων», και στις 6 Δεκεμβρίου 2006, άλλες τρείς επίσης λευκές ως προς την ημερομηνία έκδοσης, επιταγές της Εμπορικής Τράπεζας, ποσού 100.000 ευρώ, 100.000 ευρώ και 25.000 ευρώ, αντιστοίχως, που εξέδωσε η ίδια ως άνω εταιρία σε διαταγή «των ιδίων». Οι επιταγές αυτές ουδέποτε εισπράχθηκαν ή εμφανίστηκαν προς είσπραξη.
Δέχεται παραπέρα ότι ο συνεργάτης του πρώην υπουργού στις παραμονές Χριστουγέννων του έτους 2006, επισκέφθηκε τον κ. Μανούση, στην οικία του και παρέλαβε από αυτόν το χρηματικό ποσό των 15.000 ευρώ, ενώ στις 27 Δεκεμβρίου 2006 μετέβη στο γραφείο του, όπου έλαβε από τον ίδιο το χρηματικό ποσό των 10.000 ευρώ.
Σύμφωνα πάντα με τα διαλαμβανόμενα στην ίδια απόφαση, την 4η Δεκεμβρίου 2006, η ναυτική εταιρία «Νίκη Σαμοθράκης Ν.Ε.», με την οποία ο κ. Μανούσης συμμετείχε στον διαγωνισμό, υπέβαλε ένσταση κατά της συμμετοχής της εταιρίας «Πηνελόπη Ν.Ε.» στον ίδιο διαγωνισμό για τις γραμμές Μυτιλήνη – Λήμνος – Θεσσαλονίκη και Σάμος-Ικαρία – Χίος -Μυτιλήνη – Λήμνος – Καβάλα.
Η ένσταση αυτή έγινε δεκτή και με πρακτικό της επιτροπής διεξαγωγής του διαγωνισμού αναδείχθηκε μειοδότρια για τις ανωτέρω γραμμές η εταιρία «Νίκη Σαμοθράκης Ν.Ε.» με το πλοίο «Σαμοθράκη».
Η εταιρία «Πηνελόπη Ν.Ε.», στις 11 Δεκεμβρίου 2006, άσκησε προσφυγή κατά του πρακτικού της επιτροπής εκδίκασης ενστάσεων ενώπιον του υπουργού Αιγαίου και, μετά την άπρακτη πάροδο δεκαημέρου, κατέθεσε, στις 2 Ιανουαρίου 2007, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων και αίτηση αναστολής, οι οποίες απορρίφθηκαν με δύο αποφάσεις.
Ενώ εκκρεμούσε η έκδοση των αποφάσεων αυτών, ο πρώην υπουργός, σε εφαρμογή νόμου που του παρείχε τη δυνατότητα να αναθέτει με σύμβαση τη διενέργεια δρομολογίων μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας προκηρυχθέντος διαγωνισμού, με απόφαση του την 21η Φεβρουαρίου 2007, ανέθεσε απευθείας την εξυπηρέτηση από 1 Μαρτίου 2007 της γραμμής Σάμος/Ικαρία – Χίος – Μυτιλήνη – Λήμνος – Καβάλα στην αποκλεισθείσα από τον διαγωνισμό ναυτική εταιρία «Πηνελόπη» και στο ομώνυμο πλοίο της, η γραμμή δε αυτή, καθώς και εκείνη που αφορούσε το δρομολόγιο Μυτιλήνη – Λήμνος -Θεσσαλονίκη, κατακυρώθηκαν εν τέλει στη μειοδότρια εταιρία «Νίκη Σαμοθράκης» μόλις την 26 Απριλίου 2007.
Στις 25 Απριλίου 2007, δηλαδή την προηγουμένη της κατακύρωσης, ο κ. Μανούσης, εκτιμώντας ότι η καταβολή των προαναφερθέντων χρηματικών ποσών στον συνεργάτη του πρώην υπουργού, δεν εξασφάλισε την ισότιμη μεταχείριση του κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού, παρέδωσε σ’ αυτόν, μέσω συνεργάτη του, φωτογραφίες, που λήφθηκαν από την εγκατεστημένη στο γραφείο του κάμερα ασφαλείας και απεικόνιζαν τις επισκέψεις του. Παραλλήλως, για τις ενέργειες του συνεργάτη του πρώην υπουργού, ενημέρωσε, μέσω του πρώην βουλευτή κ. Κων/νου Ζαχαράκη, και τον ενδιαμέσως εκλιπόντα Ιωάννη Αγγέλου, διευθυντή του πολιτικού γραφείου του τότε πρωθυπουργού. Με αφορμή τις καταγγελίες του κ. Μανούση, ο Αγγέλου επικοινώνησε τηλεφωνικώς, στις 27 Απριλίου 2007, με τον πρώην υπουργό και ο τελευταίος, στις 30 Απριλίου 2007, κατέθεσε αναφορά στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος παρήγγειλε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Στην απόφαση γίνεται ειδική μνεία στα όσα κατέθεσε στα πλαίσια της δικαστικής έρευνας ο κ. Μανούσης σε βάρος του κ. Παυλίδη και το δικαστήριο δέχτηκε ότι τα όσα επικαλέστηκε, δεν στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση των αξιόποινων πράξεων της συκοφαντικής και απλής δυσφήμισης, καθόσον δεν συνιστά ισχυρισμό γεγονότος, αλλά έκφραση υποκειμενικών εκτιμήσεων και κρίσεων του, τις οποίες στηρίζει σε αληθινά γεγονότα και δη στην προτίμηση κατά την ένδικη ανάθεση, που αφορούσε την εκτέλεση του προαναφερθέντος δρομολογίου.
Το δικαστήριο, δέχεται επίσης ότι δεν προκύπτει ούτε σκοπός εξύβρισης του κ. Παυλίδη, δεδομένου ότι οι χρησιμοποιηθείσες εκφράσεις κατά την ένορκη εξέταση του δεν υπερέβαιναν το αναγκαίο μέτρο για τη διατύπωση της γνώμης του.
Ξεκαθαρίζει επίσης το δικαστήριο, όσον αφορά τα χρηματικά ποσά και τις επιταγές που ο συνεργάτης του πρώην υπουργού, έλαβε από τον κ. Μανούση, ότι, οι ισχυρισμοί του ότι, κατά τη λήψη των ποσών και επιταγών αυτών, δρούσε σε συνεννόηση με τον υπουργό κατ’ εντολήν και για λογαριασμό του, δεν αποδείχθηκαν. Πλην όμως, ευλόγως ήταν πεπεισμένος για το αντίθετο, δεδομένου ότι στον συνεργάτη του τον είχε παραπέμψει ο ίδιος ο πρώην υπουργός, ο οποίος άλλωστε είχε πράξει τούτο και σε άλλες περιπτώσεις.
Το δικαστήριο έκρινε έτσι ότι εφόσον ο κ. Μανούσης πίστευε ότι τα ισχυριζόμενα από αυτόν γεγονότα ήταν αληθή, δεν συντρέχει περίπτωση τέλεσης εκ μέρους αυτού σε βάρος του κ. Παυλίδη του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης, καθόσον δεν πληρείται η υποκειμενική υπόσταση του εν λόγω αδικήματος, ως προς το αναγκαίο, για τη συγκρότηση της υπόστασης αυτής, στοιχείο της γνώσης της αναλήθειας του ισχυριζόμενου γεγονότος.
Στον αντίποδα, τα όσα ανέφερε ο κ. Παυλίδης σε βάρος του κ. Μανούση, στην αγωγή του, σύμφωνα με την ίδια απόφαση, δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο της επιδιωκόμενης με την άσκηση της αγωγής ενέργειας, δηλαδή της προστασίας της προσωπικότητας του από την επικαλούμενη προσβολή της τιμής του, ούτε εκφεύγει του συνηθισμένου ύφους των αγωγών, που ως αντικείμενο έχουν προσβολές του δικαιώματος της προσωπικότητας. Επιπλέον, δέχτηκε το δικαστήριο ότι αναφορές του κ. Παυλίδη στον τύπο δεν στοιχειοθετούν το αδίκημα της εξύβρισης, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι με τις δηλώσεις του αυτές κατευθυνόταν ειδικώς στην προσβολή της τιμής του κ. Μανούση, αφού οι χρησιμοποιηθείσες λέξεις, αν και έντονες, δεν ήταν απρεπείς, υπό τις συγκεκριμένες δε περιστάσεις που έλαβαν χώρα οι εν λόγω δηλώσεις, δεν υπερέβαιναν το αναγκαίο μέτρο της επιδιωκόμενης με αυτές δημοσιοποίησης της άρνησης εκ μέρους του των καταγγελιών του κ. Μανούση περί συμμετοχής του στο χρηματισμό του συνεργάτη του, καταγγελίες που, κατά το χρόνο των επίμαχων δηλώσεων, απασχολούσαν ευρέως τον έντυπο τύπο και την κοινή γνώμη.